pattern

Βεβαιότητα και Αμφιβολία - Αμφιβολία

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με την αμφιβολία, όπως "hesitate", "dubiious" και "confusion".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Certainty and Doubt
apocryphal

(of a statement or story) unlikely to be authentic, even though it is widely believed to be true

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apocryphal"
a question mark hang over something

a feeling of uncertainty and doubt about something

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "a question mark [hang] over {sth}"
arguable

not believed to be true and open to question and disagreement

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arguable"
(as) far as somebody know

used to express one's uncertainty about the statement one has made as there might be something that makes it untrue

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "(as|) far as {sb} [know]"
to be only a matter of time

to certainly happen at some point in the future

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [be] (only|just|) a matter of time"
confusion

a state of being confused and not having a clear understanding of an action, behavior, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confusion"
debatable

unclear or uncertain because of the involvement of many different opinions or perspectives

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "debatable"
doubt

a feeling of disbelief or uncertainty about something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "doubt"
to doubt

to not believe or trust in something's truth or accuracy

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to doubt"
doubtful

improbable or unlikely to happen or be the case

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "doubtful"
dubious

(of a person) unsure or hesitant about the credibility or goodness of something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dubious"
halting

acting or talking with hesitation due to uncertainty or lack of confidence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "halting"
haltingly

(of speech or movement) in a nervous manner that makes one stutter while speaking or stumble while walking

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "haltingly"
to have half a mind to

to say that one will do something even though they might not really intending to

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [have] half a mind to"
to hesitate

to pause before saying or doing something because of uncertainty or nervousness

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hesitate"
hesitation

the act of pausing before doing or saying something because one feels unsure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hesitation"
if

‌an uncertain possibility or condition

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "if"
iffy

having a feeling of uncertainty or doubt toward something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "iffy"
impossible

not able to occur, exist, or be done

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "impossible"
maybe

used to show uncertainty or hesitation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "maybe"
not necessarily

used usually in a response to show that something may not be true

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "not necessarily"
or what

used to show one's uncertainty of something

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "or what"
possibly

used to express that something might happen or be true

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "possibly"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek