pattern

Βεβαιότητα και Αμφιβολία - Σιγουριά και σιγουριά

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τη βεβαιότητα και τη σιγουριά όπως "σίγουρα", "θετικό" και "αναμφισβήτητο".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Certainty and Doubt
to have sth in one's pocket

to definitely succeed or win at a particular thing

έχει κάτι στην τσέπη

έχει κάτι στην τσέπη

Google Translate
[φράση]
in the bag

used to convey that something is guaranteed to be accomplished

σίγουρη νίκη

σίγουρη νίκη

Google Translate
[φράση]
inevitable

bound to happen in a way that is impossible to avoid or prevent

αναπόφευκτος

αναπόφευκτος

Google Translate
[επίθετο]
inevitably

in a way that cannot be stopped or avoided, and certainly happens

αναπόφευκτα

αναπόφευκτα

Google Translate
[επίρρημα]
to know

to be completely certain about something

όντας σίγουρος

όντας σίγουρος

Google Translate
[ρήμα]
to make certain (that)

to check something in order to find out whether it happens or is the case

βεβαιωθείτε ότι

βεβαιωθείτε ότι

Google Translate
[φράση]
to make certain of sth

to do something just to make sure that something else will occur

βεβαιωθείτε για κάτι

βεβαιωθείτε για κάτι

Google Translate
[φράση]
to make sure

to take steps to confirm if something is correct, safe, or properly arranged

να είσαι σίγουρος για κάτι

να είσαι σίγουρος για κάτι

Google Translate
[φράση]
no contest

used to emphasize that it is obvious who will win a competition, comparison, etc. as the odds are undeniably uneven

ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ

ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ

Google Translate
[φράση]
no two ways about it

used to say that something is undoubtedly true and there are no other alternatives or interpretations concerning it

δεν υπάρχουν δύο τρόποι για αυτό

δεν υπάρχουν δύο τρόποι για αυτό

Google Translate
[φράση]
no way

used to emphasize that under no circumstances would one do something or something would happen

σε καμία περίπτωση

σε καμία περίπτωση

Google Translate
[φράση]
positive

(of a person) having no doubt about something

απόλυτα σίγουρος

απόλυτα σίγουρος

Google Translate
[επίθετο]
to put one's money on

*** to feel very sure that something is true or that somebody will succeed

βάλε τα λεφτά του

βάλε τα λεφτά του

Google Translate
[φράση]
robust

displaying forcefulness and determination

αποφασιστικό και αποφασιστικό άτομο

αποφασιστικό και αποφασιστικό άτομο

Google Translate
[επίθετο]
robustly

in a way that is strong, sturdy, or capable of withstanding force or pressure

στιβαρά

στιβαρά

Google Translate
[επίρρημα]
robustness

the quality of having determination and strength

ευρωστία

ευρωστία

Google Translate
[ουσιαστικό]
slam dunk

something that is sure to happen

κάτι που είναι αναπόφευκτο

κάτι που είναι αναπόφευκτο

Google Translate
[ουσιαστικό]
to stare sb in the face

to be imminent or unavoidable

κοιτάξτε κάποιον στο πρόσωπο

κοιτάξτε κάποιον στο πρόσωπο

Google Translate
[φράση]
to set sb straight

to make sure everything is clearly understood by someone and there are no misunderstandings

τακτοποιήστε κάποιον

τακτοποιήστε κάποιον

Google Translate
[φράση]
sure

feeling confident about something being correct or true

βέβαιος

βέβαιος

Google Translate
[επίθετο]
sure-fire

bound to succeed or happen as expected

[επίθετο]
surely

in a manner showing absolute confidence in the statement

ασφαλώς

ασφαλώς

Google Translate
[επίρρημα]
to swear by

to be certain that something is good or useful

[ρήμα]
to take it for granted

to assume without question that something is true

πιστεύοντας ότι κάτι είναι απολύτως σωστό

πιστεύοντας ότι κάτι είναι απολύτως σωστό

Google Translate
[φράση]
there is no way

used to deny the possibility of something happening

δεν υπάρχει τρόπος

δεν υπάρχει τρόπος

Google Translate
[φράση]
the dust settle

to allow or wait for a situation to become calmer or more stable after a significant change or serious dispute

περιμένοντας να ηρεμήσει η κατάσταση

περιμένοντας να ηρεμήσει η κατάσταση

Google Translate
[φράση]
true

according to reality or facts

σωστός

σωστός

Google Translate
[επίθετο]
truth

the true principles or facts about something, in contrast to what is imagined or thought

αλήθεια

αλήθεια

Google Translate
[ουσιαστικό]
undeniable

clearly true and therefore impossible to deny or question

αδιάψευστος

αδιάψευστος

Google Translate
[επίθετο]
undeniably

in a way that is definite and cannot be rejected or questioned

αναμφισβήτητα

αναμφισβήτητα

Google Translate
[επίρρημα]
without doubt

uses to emphasize an opinion or the point one is making

χωρίς αμφιβολία

χωρίς αμφιβολία

Google Translate
[επίρρημα]
you bet

used to show that someone has made a good suggestion or guess

φυσικά

φυσικά

Google Translate
[Επιφώνημα]
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek