pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B1 - Κοινωνικά θέματα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για κοινωνικά ζητήματα, όπως «ισότητα», «φυλετική», «κατάχρηση» κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές Β1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B1 Vocabulary
social

related to society and the lives of its citizens in general

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "social"
racial

related to or based on a person's race, ethnicity, or ancestry

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "racial"
right

according to the principles of justice or ethics

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "right"
wrong

against the law or morality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wrong"
addiction

the inability to stop using or doing something, particularly something harmful or unhealthy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "addiction"
abuse

the harmful or wrong use of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abuse"
awareness

knowledge or understanding of a specific situation, fact, or issue

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "awareness"
bullying

a type of behavior that involves using violence or threats to scare or hurt smaller or less powerful people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bullying"
corruption

illegal and dishonest behavior of someone, particularly one who is in a position of power

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "corruption"
crisis

a period of serious difficulty or danger that requires immediate action

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crisis"
equality

the state of having the same opportunities, rights, status, etc. as others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "equality"
freedom

the right to act, say, or think as one desires without being stopped, controlled, or restricted

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "freedom"
gender gap

the differences between men and women's rights, opportunities, and treatment in society

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gender gap"
homelessness

the fact or condition of not having a home

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "homelessness"
immigration

the fact or process of coming to another country to permanently live there

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immigration"
issue

problems or difficulties that arise, especially in relation to a service or facility, which require resolution or attention

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "issue"
malnutrition

a condition in which a person does not have enough food or good food to eat in order to stay healthy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "malnutrition"
obesity

the condition of having such a high amount of body fat that it becomes very dangerous for one's health

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obesity"
overpopulation

a situation where the number of people living in a particular area is more than the capacity of the environment to support them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overpopulation"
peer pressure

a strong feeling to seek approval from people of one's age by doing what they do or by behaving like them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peer pressure"
poverty

the condition of lacking enough money or income to afford basic needs like food, clothing, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "poverty"
racism

the unjust or violent behavior toward people because their race is different form one's own

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "racism"
security

the state of being protected or having protection against any types of danger

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "security"
sexism

an unfair treatment based on the belief that one gender, particularly female, is weaker, less intelligent, or less important than the other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sexism"
shortage

a lack of something needed, such as supplies, resources, or people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shortage"
modern slavery

a situation in which people are forced work against their will through threats or violence that prevents them from escaping

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "modern slavery"
social inequality

the unjust and unequal distribution of wealth and opportunities in a society, often based on factors such as race, gender, ethnicity, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "social inequality"
stability

the quality of being fixed or steady and unlikely to change

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stability"
social service

services or activities that are intended to help people with financial or family problems, provided by the government

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "social service"
welfare

the services and assistance provided by the government for those in need, such as financial help, housing support, healthcare benefits

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "welfare"
to protest

to show disagreement by taking action or expressing it verbally, particularly in public

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to protest"
war

a competitive or aggressive situation between people, groups, companies, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "war"
drug

any illegal substance that people take in order to experience its mental or physical effects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drug"
damage

ill and harmful effects caused by a particular action, event, or circumstance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "damage"
brain drain

a situation in which highly intelligent or skilled people of a country move to another country so that they can live a better life

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brain drain"
ignorant

not informed about or aware of a specific thing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ignorant"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek