pattern

Προχωρημένο Λεξιλόγιο για το GRE - Κυματισμοί σε μια λίμνη

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις σχετικά με την αλλαγή, την αιτία και το αποτέλεσμα, όπως "baleful", "trifling", "constrict" κ.λπ. που χρειάζονται για τις εξετάσεις GRE.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Advanced Words Needed for the GRE
baleful

able to bring about dangerous or destructive consequences

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "baleful"
cardinal

possessing the quality of being the most important or basic part of something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cardinal"
concomitant

simultaneously occurring with something else as it is either related to it or an outcome of it

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concomitant"
counterproductive

producing results that are contrary to what was intended

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "counterproductive"
feckless

of no determination, competence, or strength

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "feckless"
immaterial

not relevant or significant to the current situation, discussion, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "immaterial"
inchoate

recently started to develop, thus not complete

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inchoate"
inconsequential

lacking significance or importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inconsequential"
transitory

lasting for only a brief period

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transitory"
trifling

without any value or importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trifling"
plastic

capable of easily being molded or shaped into taking another form

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plastic"
portentous

extraordinary and serving as a warning or sign of future events, often suggesting something bad or threatening

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "portentous"
retrospective

referring or relating to a past event

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "retrospective"
to aggrandize

to make a person or thing seem more important or impressive than they actually are

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to aggrandize"
to appease

to end or lessen a person's anger by giving in to their demands

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to appease"
to attenuate

to take away from something's effect, value, size, power, or amount

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to attenuate"
to burgeon

to have a rapid development or growth

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to burgeon"
to constrict

to restrict the things someone can or wants to do

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to constrict"
to culminate

to end by coming to a climactic point

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to culminate"
to deflect

to stop a person from doing what they initially intended

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to deflect"
to elevate

to raise someone or something to a higher rank or better position

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to elevate"
to foment

to either worsen or cause violence, trouble, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to foment"
to galvanize

to push someone into taking action, particularly by evoking a strong emotion in them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to galvanize"
to lull

to help someone feel relaxed and calm or to help them fall asleep

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to lull"
to wax

to grow in strength, size, intensity, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wax"
to misattribute

to incorrectly state what or who created or caused something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to misattribute"
to obtain

to be widely common, applied, or recognized

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to obtain"
to oscillate

to move back and forth in a regular rhythm between two or more states, positions, or opinions

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to oscillate"
to overshadow

to cause a person or thing to come across as less significant

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to overshadow"
to permeate

to expand to every part of a thing

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to permeate"
to proliferate

to cause something to increase rapidly in number or size

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to proliferate"
to squelch

to forcefully bring the development or growth of something that is troubling to an end

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to squelch"
to supersede

to take something or someone's position or place, particularly due to being more effective or up-to-date

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to supersede"
deterrent

a thing that reduces the chances of someone doing something because it makes them aware of its difficulties or consequences

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deterrent"
nadir

the moment in which a situation or life is at its lowest or worst

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nadir"
precursor

someone or something that comes before another of the same type, acting as a sign of what will come next

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "precursor"
to check

to keep something bad under control in order to prevent deterioration or to slow down its spread or development

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to check"
to converge

(of roads, paths, lines, etc.) to lead toward a point that connects them

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to converge"
status quo

the situation or condition that is currently at hand

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "status quo"
to assuage

to help reduce the severity of an unpleasant feeling

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to assuage"
zenith

the highest point that a certain celestial body reaches, directly above an observer

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "zenith"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek