pattern

Ρούχα και Μόδα - Συστατικά ρούχων

Εδώ θα μάθετε την ονομασία διαφορετικών τύπων εξαρτημάτων ρούχων στα αγγλικά, όπως "buckle", "fly" και "cuff".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Clothes and Fashion
bow

a knot tied with two loops and two loose ends, usually used for fastening shoelaces

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bow"
buckle

a piece of metal or plastic with a hinged pin that is used for fastening a belt, bag, shoe, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "buckle"
button

a small, round object, usually made of plastic or metal, sewn onto a piece of clothing and used for fastening two parts together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "button"
collar

the part around the neck of a piece of clothing that usually turns over

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "collar"
zipper

an object with two plastic toothed strips used for fastening the open edges of a piece of clothing, bag, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "zipper"
cuff

the part of a sleeve at the wrist that can be turned back

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cuff"
fastener

any device that is used to close or secure something, such as a zipper or strap

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fastener"
fly

an opening in a piece of clothing that is hidden under a fold of cloth that covers the fastening

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fly"
hem

the edge of a piece of cloth or clothing that has been doubled back and sewn in place

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hem"
hood

a part of a sweatshirt or coat that covers the head but leaves the face open

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hood"
knee

the part of any garment that covers the knee

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "knee"
leg

each part of an article of clothing that covers the leg

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "leg"
lining

a piece of fabric that is used to cover the inside surface of something, such as clothes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lining"
neck

the opening part of any garment that is near or around the neck

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neck"
pocket

a type of small bag in or on clothing, used for carrying small things such as money, keys, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pocket"
shoulder

the part of clothing that covers the shoulders

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shoulder"
sleeve

the part of an item of clothing that completely or partly covers one's arm

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sleeve"
shoulder pad

a hard protective material worn under the jersey on the shoulder of players in sports such as ice hockey or football

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shoulder pad"
strap

a narrow piece of cloth, leather, etc. used for fastening, carrying, or holding onto something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "strap"
toggle

a small piece of wood or plastic that is used as a fastener by being pushed through a hole or loop on a piece of clothing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toggle"
shoelace

a long and thin string or cord that is passed through the hooks on a shoe and pulled tightly to fasten it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shoelace"
tongue

the flap under the laces of a shoe or at the throat of the vamp of a boot

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tongue"
heel

the back of the sole of a shoe or boot

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heel"
clasp

a metal device such as a hook that is used to fasten a belt, piece of jewelry, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clasp"
sole

the bottom part of the shoe that goes under the foot

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sole"
crown

the top part of a hat that covers the crown of the head

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crown"
toe

the part of the shoe that covers and protects the toes of the foot

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toe"
belt buckle

a clasp or a fastener that holds the two ends of a belt together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "belt buckle"
sequin

a small, shiny, flat or round decorative object that is typically sewn onto garments or accessories to add sparkle and glamour

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sequin"
buttonhole

a slit or hole on a piece of clothing that a button is put through to be fastened

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "buttonhole"
armhole

a cut or opening in a piece of clothing, such as a shirt or jacket, designed to accommodate the wearer's arm

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armhole"
armlet

a piece of jewelry worn around the upper arm, typically made of metal, wood, or cloth, and may be adorned with stones or other decorative elements

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armlet"
bodice

the upper part of a woman's dress covering the back and chest down to the waist

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bodice"
dicky

a detachable accessory worn around the neck and chest area of a shirt or blouse to create the illusion of a full shirt

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dicky"
epaulette

a type of ornamental shoulder piece or badge worn on military or police uniforms

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "epaulette"
flounce

a strip or piece of fabric that is gathered, pleated, or ruffled and attached to a garment, creating a flowing or decorative effect

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flounce"
gusset

a triangular or diamond-shaped piece of fabric that is inserted into a garment to add extra room or reinforcement

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gusset"
hemline

the bottom edge of a garment that has been folded and sewn to prevent fraying, adding structure and a finished look to the clothing item

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hemline"
jabot

a decorative clothing accessory, typically made of lace or ruffles, that is worn around the neck and chest of a shirt, blouse, or dress

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jabot"
lapel

a folded flap of fabric on the front of a jacket or coat that extends from the collar to the chest

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lapel"
neckline

the shape or style of the opening at the top of a garment that surrounds the neck, shoulders, and upper chest area

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neckline"
patch pocket

a type of pocket that is sewn onto the outside of a garment, usually a flat piece of fabric with an opening at the top

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "patch pocket"
shawl collar

a folded-back collar on a garment, resembling a shawl

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shawl collar"
train

a long, flowing extension of fabric that trails behind a garment, typically a wedding or formal dress, and is attached to the back of the garment at the waist or hemline

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "train"
halter

a woman's piece of clothing worn on top fastened by a strap behind the neck leaving the back, arms and midriff bare

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "halter"
waistline

the measurement around the middle part of someone's body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "waistline"
yoke

a part of a garment that is constructed from two or more layers of fabric, typically located at the shoulder or waist

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "yoke"
peplum

a decorative frill or extension of fabric that is attached at the waist of a garment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peplum"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek