pattern

Βιβλίο Total English - Ενδιάμεσο - Ενότητα 5 - Αναφορά - Μέρος 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 5 - Αναφορά - Μέρος 1 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Intermediate, όπως "aerobic", "canvas", "saddle" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Intermediate
aerobic

(of physical exercise) including activities that increase one's heart rate and oxygen consumption rate

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aerobic"
leisure

activities someone does in order to enjoy their free time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "leisure"
musical instrument

an object or device used for producing music, such as a violin or a piano

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "musical instrument"
athletic

related to athletes or their career

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "athletic"
camping

the activity of ‌living outdoors in a tent, camper, etc. on a vacation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "camping"
climbing

the activity or sport of going upwards toward the top of a mountain or rock

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "climbing"
computer game

a game designed to be played on a computer

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "computer game"
dancing

‌the act of moving our body to music; a set of movements performed to music

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dancing"
drawing

the activity or art of creating illustrations by a pen or pencil

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drawing"
exercise

a mental or physical activity that helps keep our mind and body healthy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exercise"
jogging

the sport or activity of running at a slow and steady pace

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jogging"
karate

a martial art that involves striking and blocking techniques, typically practiced for self-defense, sport, or physical fitness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "karate"
painting

the act or art of making pictures, using paints

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "painting"
photography

the process, art, or profession of capturing photographs or recording videos

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "photography"
sailing

the practice of riding a boat as a hobby

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sailing"
skiing

the activity or sport of moving over snow on skis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "skiing"
snowboarding

a winter sport or activity in which the participant stands on a board and glides over snow, typically on a mountainside

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "snowboarding"
squash

a game that involves two or more players, hitting a rubber ball against the walls of a closed court by a racket

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "squash"
surfing

the sport or activity of riding a surfboard to move on waves

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "surfing"
volleyball

a type of sport in which two teams of 6 players try to hit a ball over a net and into the other team's side

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "volleyball"
equipment

the necessary things that you need for doing a particular activity or job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "equipment"
belt

a long and narrow item that you usually wear around your waist to hold your clothes in place or to decorate your outfit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "belt"
board

a flat and hard tool made of wood, plastic, paper, etc. that is designed for specific purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "board"
boot

a type of strong shoe that covers the foot and ankle and often the lower part of the leg

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boot"
brush

an object that has hair or thin pieces of plastic or wood attached to a handle that we use for making our hair tidy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brush"
canvas

a durable, tough, and tightly woven material made from natural or synthetic fibers, commonly used for a variety of purposes including painting, construction, and outdoor equipment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "canvas"
costume

pieces of clothing worn by actors or performers for a role, or worn by someone to look like another person or thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "costume"
goggles

a type of eyewear that are designed to protect the eyes from harm

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "goggles"
helmet

a hard hat worn by soldiers, bikers, etc. for protection

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "helmet"
net

the barrier in the middle of a court over which players hit the ball, used in sports such as tennis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "net"
pole

a sports equipment made of fiberglass, used for vaulting over a high bar

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pole"
racquet

a sports equipment used in games like tennis, badminton, and squash, consisting of a frame with strings or catgut for hitting a ball or shuttlecock

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "racquet"
saddle

a seat made for riding on the back of a horse or other animal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "saddle"
trainer

a sports shoe with a rubber sole that is worn casually or for doing exercise

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trainer"
colorful

having a lot of different and often bright colors

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "colorful"
depressing

making one feel sad and hopeless

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "depressing"
disturbing

causing feelings of unease, discomfort, or concern

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disturbing"
intriguing

arousing interest and curiosity due to being strange or mysterious

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intriguing"
odd

considered unusual, particularly in a way that makes one confused

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "odd"
socializing

the act of participating in social activities or gatherings with other people, often for the purpose of building relationships, sharing experiences, or having fun

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "socializing"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek