pattern

Βιβλίο Total English - Ενδιάμεσο - Ενότητα 7 - Μάθημα 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 7 - Μάθημα 2 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Intermediate, όπως "clarify", "knowledgeable", "fright" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Intermediate
calm

not showing worry, anger, or other strong emotions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calm"
to imagine

to make or have an image of something in our mind

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to imagine"
imagination

something that is formed in the mind and does not exist in reality

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "imagination"
imaginative

displaying or having creativity or originality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "imaginative"
to know

to have some information about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to know"
knowledge

an understanding of or information about a subject after studying and experiencing it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "knowledge"
knowledgeable

having a lot of information or expertise in a particular subject or field

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "knowledgeable"
to frighten

to cause a person or animal to feel scared

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to frighten"
fright

fear that is felt suddenly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fright"
frightening

causing one to feel fear

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frightening"
to encourage

to provide someone with support, hope, or confidence

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to encourage"
encouragement

something that is told or given to someone in order to give them hope or provide support

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "encouragement"
encouraging

giving someone hope, confidence, or support

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "encouraging"
to inspire

to fill someone with the desire or motivation to do something, especially something creative or positive

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to inspire"
inspiration

something, such as a brilliant idea that comes to mind suddenly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inspiration"
inspiring

producing feelings of motivation, enthusiasm, or admiration

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inspiring"
to tolerate

to allow something one dislikes, especially certain behavior or conditions, without interference or complaint

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to tolerate"
tolerance

willingness to accept behavior or opinions that are against one's own

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tolerance"
tolerant

showing respect to what other people say or do even when one disagrees with them

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tolerant"
to bore

to do something that causes a person become uninterested, tired, or impatient

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to bore"
boredom

the feeling of being uninterested or restless because things are dull or repetitive

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boredom"
boring

making us feel tired and unsatisfied because of not being interesting

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boring"
to clarify

to make something clear and easy to understand by explaining it more

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to clarify"
clearance

the act or process of removing obstacles or obstructions in order to create a clear, unobstructed pathway, space, or area

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clearance"
clear

easy to understand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clear"
enthusiastic

having or showing intense excitement, eagerness, or passion for something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enthusiastic"
interesting

catching and keeping our attention because of being unusual, exciting, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "interesting"
patient

able to remain calm, especially in challenging or difficult situations, without becoming annoyed or anxious

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "patient"
strict

(of a person) closely adhering to a specified set of rules and principles

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "strict"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek