pattern

Βιβλίο Total English - Ενδιάμεσο - Ενότητα 6 - Μάθημα 3

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 6 - Μάθημα 3 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Intermediate, όπως "άγονο", "ανεξάρτητο", "ανοιχτό μυαλό" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Intermediate
barren

(of land or soil) not capable of producing any plants

στεγνός, άγονος

στεγνός, άγονος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "barren"
cultural

involving a society's customs, traditions, beliefs, and other related matters

πολιτιστικός, κουλτουριάρικος

πολιτιστικός, κουλτουριάρικος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cultural"
famous

known by a lot of people

διάσημος, γνωστός

διάσημος, γνωστός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "famous"
independent

(of a country, state, etc.) function without being controlled or influenced by others

ανεξάρτητος, αυτόνομος

ανεξάρτητος, αυτόνομος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "independent"
local

related or belonging to a particular area or place that someone lives in or mentions

τοπικός, γειτονιάς

τοπικός, γειτονιάς

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "local"
new

recently invented, made, etc.

νέος, καινούργιος

νέος, καινούργιος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "new"
package

a box or container in which items are packed

πακέτο, συσκευασία

πακέτο, συσκευασία

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "package"
sandy

containing or composed of sand

άμμος (ámmos), σαθρός (sathrós)

άμμος (ámmos), σαθρός (sathrós)

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sandy"
unforgettable

so memorable that being forgotten is impossible

αξέχαστος, αναλλοίωτος

αξέχαστος, αναλλοίωτος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unforgettable"
tropical

associated with or characteristic of the tropics, regions of the Earth near the equator known for their warm climate and lush vegetation

τροπικός, τροπικής

τροπικός, τροπικής

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tropical"
adventurous

(of a person) eager to try new ideas, exciting things, and take risks

περιπετειώδης, τολμηρός

περιπετειώδης, τολμηρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adventurous"
aggressive

behaving in an angry way and having a tendency to be violent

επιθετικός, αγριευμένος

επιθετικός, αγριευμένος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aggressive"
arrogant

showing a proud, unpleasant attitude toward others and having an exaggerated sense of self-importance

α arrogant, αλαζονικός

α arrogant, αλαζονικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arrogant"
beautiful

extremely pleasing to the mind or senses

όμορφος, κομψός

όμορφος, κομψός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beautiful"
brave

having no fear when doing dangerous or painful things

γενναίος, θαραλλέος

γενναίος, θαραλλέος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brave"
clever

able to think quickly and find solutions to problems

έξυπνος, ευφυής

έξυπνος, ευφυής

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clever"
confident

having a strong belief in one's abilities or qualities

σίγουρος, επιδεικτικός

σίγουρος, επιδεικτικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confident"
intelligent

good at learning things, understanding ideas, and thinking clearly

έξυπνος (éxypnos), ευφυής (efyís)

έξυπνος (éxypnos), ευφυής (efyís)

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intelligent"
open-minded

ready to accept or listen to different views and opinions

ανοιχτόμυαλος, ανοιχτός σε νέα δεδομένα

ανοιχτόμυαλος, ανοιχτός σε νέα δεδομένα

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "open-minded"
well-off

having enough money to cover one's expenses and maintain a desirable lifestyle

ευκατάστατος, καλά οικονομικά

ευκατάστατος, καλά οικονομικά

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "well-off"
amazingly

in a way that is extremely well or impressive

θαυμάσια, καταπληκτικά

θαυμάσια, καταπληκτικά

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "amazingly"
to expect

to think or believe that it is possible for something to happen or for someone to do something

αναμένω, περιμένω

αναμένω, περιμένω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to expect"
luckily

used to express that a positive outcome or situation occurred by chance

ευτυχώς, καλώς

ευτυχώς, καλώς

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "luckily"
to turn out

to emerge as a particular outcome

καταλήγω, αποφαίνομαι

καταλήγω, αποφαίνομαι

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to turn out"
unbelievably

in a manner that is difficult or impossible to believe or comprehend

απίστευτα, ανείπωτα

απίστευτα, ανείπωτα

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unbelievably"
Βιβλίο Total English - Ενδιάμεσο
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek