pattern

Απαραίτητο Λεξιλόγιο για το GRE - ΚΑΝΕΙΣ τα μαθηματικά!

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τα μαθηματικά, όπως "axis", "congruent", "matrix" κ.λπ. που χρειάζονται για τις εξετάσεις GRE.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Essential Words Needed for the GRE
arithmetic

a branch of mathematics that deals with addition, subtraction, multiplication, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arithmetic"
asymmetry

(geometry) a lack of symmetry or equivalence in shape or size between the two sides or parts of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "asymmetry"
axis

a real or imaginary line about which an object rotates

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "axis"
calculus

the branch of mathematics that comprises differentials and integrals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calculus"
chaos theory

(mathematics) an interdisciplinary theory about complex systems that obey particular laws but appear to have little or no order

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chaos theory"
congruent

(in geometry) describing shapes of the same size and form

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "congruent"
decimal

(mathematics) a number less than one, called a fraction, that is represented as a period followed by the number of tenths, hundredths, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "decimal"
game theory

a branch of mathematics that studies the strategies of dealing with competitive situations involving conflict of interests, especially in business, war, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "game theory"
matrix

a rectangular array of numbers or symbols organized in rows and columns, commonly used in linear algebra for representing equations, transformations, and vector operations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "matrix"
trigonometry

a branch of mathematics that deals with the relationships between the angles and sides of triangles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trigonometry"
radius

the length of a straight line drawn from the center of a circle to any point on its outer boundary

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "radius"
parabola

(geometry) a symmetrical open curve that is similar to the path of an object thrown into the air passes till it falls back to earth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parabola"
gradient

the rate at which a quantity or dimension changes over a given distance or interval

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gradient"
equation

(mathematics) a statement indicating the equality between two values

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "equation"
circumference

(geometry) the length of the external boundary of a curved shape, especially a circle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "circumference"
mean

(mathematics) the average value of a set of quantities calculated by adding them, and dividing them by the total number of the quantities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mean"
diameter

a straight line from one side of a round object, particularly a circle, passing through the center and joining the other side

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diameter"
coaxial

related to a configuration where two or more components share a common axis or same center point

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coaxial"
chronograph

a device used to measure and record precise time intervals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chronograph"
to overhaul

to examine, repair, and make significant improvements or changes to something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to overhaul"
ohmmeter

a device used for measuring electrical resistance in a circuit, stated in ohms

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ohmmeter"
microchip

a small piece of material that is a semiconductor, used to make an integrated circuit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "microchip"
lever

a long rigid bar that is put under a heavy object in order to move it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lever"
insulator

a substance that doesn't conduct heat, sound, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "insulator"
crank

a device that allows movement between mechanical parts of a machine or converts backward and forward motion into circular movement

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crank"
cardinal

(mathematics) the number of elements or members in a set, representing its size or quantity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cardinal"
to cube

to multiply a value or number by itself two times

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cube"
differential calculus

a branch of mathematics that focuses on studying rates of change and instantaneous variations through the concept of derivatives

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "differential calculus"
logarithm

a mathematical function that represents the exponent to which a fixed number, called the base, must be raised to produce a given number

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "logarithm"
ordinal

a number that indicates the position of something in a sequence, such as third, second, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ordinal"
power

(mathematics) the exponent in an expression, indicating how many times a base is multiplied by itself

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "power"
spectrum

the range of different wavelengths or frequencies of light or radiation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spectrum"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek