pattern

Απαραίτητο Λεξιλόγιο για το GRE - Σκαμπανεβάσματα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τις συγκρούσεις, όπως «galling», «frisson», «glare» κ.λπ. που χρειάζονται για τις εξετάσεις GRE.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Essential Words Needed for the GRE
frisson

a sudden, intense, and pleasurable feeling of excitement, shiver, fear, or thrill, often accompanied by a tingling sensation on the skin

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frisson"
galling

marked by causing irritation and annoyance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "galling"
glare

a steady and sharp stare that conveys anger, disapproval, or hostility

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glare"
to gnaw at

to cause someone persistent worry or discomfort

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to gnaw at"
greed

the unrestrained hunger for having more power, wealth, or possession than needed and deserved

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "greed"
hot-blooded

extremely quick to show how one feels inside; especially with strong emotions like anger and passion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hot-blooded"
to hyperventilate

to breathe at a very fast pace

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to hyperventilate"
hysteria

great excitement, anger, or fear that makes someone unable to control their emotions, and as a result, they start laughing, crying, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hysteria"
idolatrous

displaying intense admiration or devotion that surpasses rationality or reason

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "idolatrous"
ignominy

a situation or event that causes embarrassment or a loss of respect, particularly when experienced in a public or widespread manner

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ignominy"
inconsolable

lacking the ability to be comforted due to being too sad or disappointed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inconsolable"
indignation

a feeling of anger or annoyance aroused by something unjust, unworthy, or mean

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "indignation"
inhibition

a feeling of self-consciousness, restraint, or a limiting factor that hinders the free expression of one's thoughts, emotions, or actions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inhibition"
inquisitive

having a desire to learn many different things and asks many questions to gain knowledge or understanding

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inquisitive"
irascibility

the quality of being short-tempered

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "irascibility"
to loathe

to dislike something or someone very much, often with a sense of disgust

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to loathe"
monotonous

boring because of being the same thing all the time

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "monotonous"
moonstruck

mentally unbalanced, appearing irrational or dreamy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "moonstruck"
overwrought

emotionally distressed and worked up

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overwrought"
poignancy

a state that provokes bitter emotions like pity, regret, or sadness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "poignancy"
plaintive

showing sadness, typically in a mild manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plaintive"
querulous

frequently or constantly finding fault and complaining

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "querulous"
ravenous

experiencing extreme hunger

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ravenous"
revulsion

the feeling of hatred or disgust toward someone or something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "revulsion"
rueful

showing sadness and regret inspired by compassion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rueful"
to seethe

to feel extremely worried and angry internally while trying not to show it externally

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to seethe"
sepulchral

having a gloomy atmosphere that reminds one of tombs or graves

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sepulchral"
soulful

expressing a strong or sincere feeling that comes from within the heart

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soulful"
to stupefy

to really confuse someone by giving them information that is too complex or hard for them to understand

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stupefy"
subdued

having a calm or restrained manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subdued"
tantrum

an emotional outburst, usually associated with anger or frustration, that involves screaming, crying, kicking, and sometimes even physical aggression

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tantrum"
to sulk

to be in a bad mood and to remain silent and resentful due to feeling upset, angry, or disappointed

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sulk"
temperamental

experiencing frequent changes in mood or behavior, often in an unpredictable or inconsistent manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "temperamental"
trepidation

a state of nervousness or fear, anticipating that something bad may occur

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "trepidation"
tremulous

(of the voice or body) shaking in a slight, fragile manner, often due to nerves, fear, age or illness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tremulous"
unrequited

having a feeling or desire that is not returned in the same way by another person

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unrequited"
woebegone

sorrowful in appearance, looking very sad or miserable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "woebegone"
vexed

annoyed or irritated, feeling frustrated or troubled

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vexed"
somber

serious in mood, often reflecting sadness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "somber"
rapt

fully absorbed or captivated by something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rapt"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek