pattern

Κίνδυνος - Σύγκρουση & Πόλεμος

Εξερευνήστε αγγλικούς ιδιωματισμούς σχετικά με τη σύγκρουση και τον πόλεμο με παραδείγματα όπως "οπλισμένοι μέχρι τα δόντια" και "κόκκινη ζώνη".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
English idioms related to Danger
to hit the dirt

to suddenly fall on the ground, often as a way of avoiding danger

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [hit] the dirt"
red zone

an area that is dangerous or not allowed for people to use for a particular purpose

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "red zone"
armed to the teeth

equipped with several weapons

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armed to the teeth"
to bust a cap

to shoot bullets from a gun

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [bust] a cap"
eat hot lead

said to an enemy before shooting them dead with a gun

[πρόταση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eat (hot|my|) lead"
sitting duck

someone or something that lacks enough defense or protection and is easy to be targeted

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sitting duck"
on the offensive

in the position or state of readiness for answering any attack or criticism

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "on the offensive"
late unpleasantness

used for referring to a recent war or conflict

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "late unpleasantness"
to put somebody to the sword

to use a sword in order to murder or execute someone

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [put] {sb} to the sword"
to die with one's boots on

to die while actively engaged in one's work, often in a heroic or dedicated manner

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [die] with {one's} boots on"
to blow one's brains out

to shoot someone in their head and kill them

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [blow] {one's} brains out"
to let loose something

to discharge a large number of bullets or explosives

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [let] loose {sth}"
to stand at bay

to fight one's enemies or attackers that pursue one

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [stand] at bay"
to duke it out

to engage in a physical fight, typically using one's fists

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [duke] it out"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek