pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 4 - Μάθημα 34

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 4
volant

with wings extended in a flying position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "volant"
volatile

prone to unexpected and sudden changes, usually gets worse or dangerous

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "volatile"
volition

the faculty to use free will and make decisions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "volition"
taxation

the system by which a government collects money from citizens and businesses to fund public services

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "taxation"
taxidermy

the art of preserving the dead body of animals by skinning and then filling them with a specific substance in order to use them as decoration

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "taxidermy"
despot

a cruel and oppressive dictator

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "despot"
despotic

characteristic of an absolute ruler or absolute rule; having absolute sovereignty

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "despotic"
despotism

a form of government where a single ruler or authority exercises absolute power without checks or limitations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "despotism"
to convene

to meet or bring together a group of people for an official meeting

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to convene"
convenience

the state or quality of being easy to use or do

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "convenience"
to garrote

strangle with an iron collar

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to garrote"
to garrison

station (troops) in a fort or garrison

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to garrison"
to expiate

make amends for

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to expiate"
to exploit

to use someone or something in an unfair way, which is only advantageous to oneself

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to exploit"
morbid

suggesting the horror of death and decay

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "morbid"
moribund

nearing the state of death

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "moribund"
mortician

someone who prepares dead bodies for burial or cremation and arranges funerals as their job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mortician"
to console

to help a person, who is either disappointed or emotionally suffering, feel better

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to console"
consolation

the act of consoling; giving relief in affliction

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "consolation"
to consolidate

to merge several financial accounts, debts, funds, into one

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to consolidate"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek