pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 4 - Μάθημα 33

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 4
diffidence

shyness due to a lack of confidence in oneself

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diffidence"
diffident

shy due to lack of self-confidence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diffident"
aliment

a source of materials to nourish the body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aliment"
alimony

the money that is demanded by the court to be paid to an ex-spouse or ex-partner

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alimony"
to glimpse

to see something or someone for a short moment of time, often without getting a full or detailed view of it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to glimpse"
to glimmer

to shine softly or faintly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to glimmer"
outlandish

unconventional or strange in a way that is striking or shocking

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outlandish"
outrage

the extreme feeling of rage and anger

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outrage"
outrigger

a stabilizer for a canoe; spars attach to a shaped log or float parallel to the hull

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "outrigger"
angular

bony, gaunt, or having prominent bone structure

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angular"
authentic

real and not a copy or counterfeit

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "authentic"
modernity

the cultural and intellectual conditions of the contemporary or recent era

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "modernity"
modicum

a relatively small degree of a good and desirable thing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "modicum"
modish

in the current fashion or style

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "modish"
to pervert

corrupt morally or by intemperance or sensuality

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pervert"
pervious

admitting of passage or entrance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pervious"
impure

combined with extraneous elements

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "impure"
to rail

to strongly and angrily criticize or complain about something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to rail"
raillery

a type of teasing and joking that is friendly and good-natured

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "raillery"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek