pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 4 - Μάθημα 37

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 4
pollen

the fine spores that contain male gametes and that are borne by an anther in a flowering plant

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pollen"
to pollute

to damage the environment by releasing harmful chemicals or substances to the air, water, or land

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pollute"
gigantic

extremely large in size or extent

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gigantic"
ghoulish

suggesting the horror of death and decay

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ghoulish"
gritty

displaying courage and determination in challenging situations

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gritty"
gristle

tough elastic tissue; mostly converted to bone in adults

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gristle"
to infiltrate

to secretly enter an organization or group with the aim of spying on its members or gathering information

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to infiltrate"
influence

the ability to affect people or events, particularly through prestige, status, or authority

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "influence"
miscellany

a collection or assortment of different items or pieces of writing, often gathered together in a single volume or publication

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "miscellany"
mischievous

displaying a passion for causing trouble in an amusing manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mischievous"
to reprehend

express strong disapproval of

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to reprehend"
reprehensible

bringing or deserving severe rebuke or censure

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reprehensible"
to shriek

to produce a loud, high-pitched sound, often due to fear, surprise, or excitement

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to shriek"
sporadic

occurring from time to time, in an irregular manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sporadic"
testament

a legal document declaring a person's wishes regarding the disposal of their property when they die

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "testament"
testator

a person who makes a will

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "testator"
testimonial

something that serves as evidence

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "testimonial"
calvary

any experience that causes intense suffering

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calvary"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek