pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 4 - Μάθημα 26

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 4
encyclical

intended for wide distribution

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "encyclical"
encyclopedia

a comprehensive reference work that contains information on all branches of knowledge, or a particular branch of knowledge, typically arranged alphabetically by article title

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "encyclopedia"
blaze

a bright, intense flame or fire that burns strongly and produces a lot of light and heat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blaze"
to blazon

decorate with heraldic arms

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to blazon"
hummock

a small natural hill

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hummock"
humus

partially decomposed organic matter; the organic component of soil

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "humus"
passive

accepting what happens or not opposing what other people do or say

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "passive"
remediable

capable of being remedied or redressed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "remediable"
remedial

related to treatments or actions that aim to fix or improve health issues

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "remedial"
to secede

withdraw from an organization or communion

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to secede"
secant

a line that intersects a circle at two distinct points

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "secant"
malleable

capable of being hammered or manipulated into different forms without cracking or breaking

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "malleable"
mallet

a hammer-like tool with a large wooden or rubber head used for striking or directing objects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mallet"
to distemper

paint with distemper

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to distemper"
dissonant

having elements or ideas that strongly disagree or clash

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dissonant"
dissonance

disagreeable sounds

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dissonance"
composed

remaining calm and in control of one's emotions and actions, especially in challenging situations

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "composed"
composure

a state of calmness and self-control, especially in difficult or challenging situations

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "composure"
to compound

to combine different things together

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to compound"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek