pattern

Χερσαία Μεταφορά - Συντήρηση και αποκατάσταση οχημάτων

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τη συντήρηση και την αποκατάσταση οχημάτων, όπως "βλάβη", "βαψίματα" και "πλυντήριο αυτοκινήτων".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Land Transportation
breakdown

a situation in which something fails to work properly, especially because of a mechanical failure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breakdown"
to break down

(of a machine or vehicle) to stop working as a result of a malfunction

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to break down"
backfire

a loud, sudden explosion of unburned fuel in the engine or exhaust system

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "backfire"
to misfire

(of a vehicle or engine) to fail to ignite properly or skip a beat during operation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to misfire"
to stall

(of a vehicle or engine) to stop suddenly and unexpectedly, especially because of a lack of fuel or mechanical issues

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stall"
blowout

a sudden and serious failure of a part or device, leading to immediate malfunction or stoppage

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blowout"
puncture

a small hole or tear in a tire caused by a sharp object

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "puncture"
spare tire

an extra tire kept in a vehicle for use in case one of the main tires becomes flat or damaged

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spare tire"
grease monkey

a mechanic or someone who works on cars

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grease monkey"
to repair

to fix something that is damaged, broken, or not working properly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to repair"
service

the routine act of inspection and maintenance of a machine or vehicle in order to keep it working

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "service"
runaway truck ramp

a special road feature designed to stop trucks that have lost control due to brake failure or other reasons

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "runaway truck ramp"
hot rod

a car that has been modified for high speed and performance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hot rod"
jack

a mechanical device for lifting heavy objects or vehicles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jack"
to jack up

to raise a vehicle off the ground using a jack

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to jack up"
lug wrench

a tool for loosening or tightening the nuts that hold a wheel in place on a car

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lug wrench"
paintwork

the outer layer of paint applied to a surface, such as a vehicle or a building

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "paintwork"
bodywork

the process of constructing, repairing, or restoring the exterior panels and structural components of a vehicle

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bodywork"
to respray

to apply a new layer of paint to something that already has paint on it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to respray"
tire rotation

the practice of changing the position of a vehicle's tires to ensure even wear and prolong their lifespan

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tire rotation"
wheel alignment

the adjustment of the angles of the wheels to ensure they are perpendicular to the ground and parallel to each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wheel alignment"
car wash

a place where vehicles are cleaned using water and cleaning products

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "car wash"
to detail

to thoroughly clean or decorate something, paying attention to small or specific aspects

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to detail"
to valet

to clean and polish a car meticulously

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to valet"
beater

a vehicle that is in poor condition, typically used for rough or off-road driving

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "beater"
clunker

an old car that is in poor condition and often unreliable

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clunker"
jalopy

an old, dilapidated car in poor condition

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jalopy"
junker

an old, beat-up car that is not in good shape

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "junker"
wreck

a badly damaged building, ship, car, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wreck"
exhaust

the waste gases or air expelled from an engine, furnace, or other machinery

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exhaust"
wreckage

the remains of something that has been severely damaged or destroyed, especially after a disaster or accident

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wreckage"
junkyard

a location where various old, damaged items such as vehicles, machinery, and other items are collected, stored, and often sold for parts or recycled

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "junkyard"
salvage yard

a place where old or broken vehicles and machinery are kept and taken apart to sell the usable parts or recycle the materials

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salvage yard"
flat tire

a tire of a car, bike, etc. that has been deflated

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flat tire"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek