pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B1 - Καλλιέργεια

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τη γεωργία, όπως "barn", "cattle", "farmhouse" κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές Β1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B1 Vocabulary
agriculture

farming and its science

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "agriculture"
barn

a building on a farm in which people keep their animals, straw, hay, or grains

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "barn"
cattle

the group of cows and bulls, kept for their meat or milk

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cattle"
crop

a plant that is grown for food over large areas of land

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crop"
farmhouse

a house near a farm in which a farmer lives

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "farmhouse"
fish farm

an area or a place where fish are kept to increase their number and then be sold

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fish farm"
grain

the small seeds of wheat, corn, rice, and other such crops

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grain"
greenhouse

a glass structure used for growing plants in and protecting them from cold weather

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "greenhouse"
to harvest

to cut and collect a crop

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to harvest"
land

an area of ground used for farming

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "land"
to milk

to collect milk from animals such as cows, goats, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to milk"
organic

(of food or farming techniques) produced or done without any artificial or chemical substances

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "organic"
pest

an insect or small animal that destroys or damages crops, food, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pest"
plow

a large farm tool with heavy blades used to turn over soil and prepare it for sowing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plow"
ranch

a large farm in which animals are kept to increase their number

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ranch"
scarecrow

an object that looks like a person and is made to scare birds away

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scarecrow"
seed

a small living part of a plant that when put in the ground, grows into a new one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seed"
shepherd

a person who protects a large group of sheep as a job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shepherd"
to sow

to plant seeds in the earth or scatter them over the ground

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sow"
stable

a building, typically found on a farm, designed to house horses

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stable"
tractor

a vehicle with large rear wheels and thick tires, mostly used on farms

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tractor"
vineyard

a piece of land on which grapes are grown to make wine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vineyard"
windmill

a large, tall building with long blades, called sails, that uses wind power to make flour out of grain or pump water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "windmill"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek