pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B1 - Αφηρημένες Έννοιες

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για αφηρημένες έννοιες, όπως «στάση», «θεωρία», «επιλογή» κ.λπ. που έχουν προετοιμαστεί για μαθητές Β1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B1 Vocabulary
abstract

existing in the mind or as a quality or idea as opposed to something that is physical

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abstract"
content

all the things that are held, included, or contained in something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "content"
situation

the way things are or have been at a certain time or place

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "situation"
attitude

the typical way a person thinks or feels about something or someone, often affecting their behavior and decisions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "attitude"
impression

an opinion or feeling that one has about someone or something, particularly one formed unconsciously

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "impression"
point

the most important thing that is said or done which highlights the purpose of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "point"
theory

a set of ideas intended to explain the reason behind the existence or occurrence of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "theory"
thinking

the activity or process of carefully considering something in one's mind

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thinking"
choice

the number of different things or people that one can pick from

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "choice"
option

something that can or may be chosen from a number of alternatives

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "option"
ignorance

the fact or state of not having the necessary information, knowledge, or understanding of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ignorance"
doubt

a feeling of disbelief or uncertainty about something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "doubt"
possibility

something that one can choose or do among many other things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "possibility"
concept

a principle or idea that is abstract

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concept"
prediction

a statement made about the likelihood of something happening in the future

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prediction"
truth

the true principles or facts about something, in contrast to what is imagined or thought

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "truth"
need

(usually plural) a set of things that allow someone to achieve their goal or live comfortably

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "need"
permission

the action of allowing someone to do a particular thing or letting something happen, particularly in an official way

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "permission"
help

anything that is done to make a task or process easier or less difficult for someone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "help"
to make sure

to take steps to confirm if something is correct, safe, or properly arranged

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [make] sure"
no way

used to emphasize that under no circumstances would one do something or something would happen

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "no way"
evidence

anything that proves the truth or possibility of something, such as facts, objects, or signs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "evidence"
gap

a difference, particularly an unwanted one, causing separation between two people, situations, or opinions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gap"
in favor

used to show support for or agreement with someone or something

[πρόθεση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "in favor"
sorry

feeling ashamed or sad about something that one has or has not done

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sorry"
unless

used to say that something depends on something else to happen or be true

[Σύνδεσμος]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unless"
to point out

to show something to someone by pointing one's finger toward it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to point out"
comparison

the process of examining the similarities and differences between two or more things or people

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "comparison"
concern

a subject of significance or interest to someone or something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concern"
growth

an increase in the amount, degree, importance, or size of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "growth"
dream

a series of images, feelings, or events happening in one's mind during sleep

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dream"
nightmare

a very scary, unpleasant, or disturbing dream

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nightmare"
offer

a statement in which one expresses readiness or willingness to do something for someone or give something to them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "offer"
sort of ~noun

to a degree or extent that is unclear

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sort of {~noun}"
difference

the way that two or more people or things are different from each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "difference"
series

a group of similar events, things, or people coming one after the other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "series"
possession

the fact of owning or having something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "possession"
defense

protection against harm, criticism, attack, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "defense"
middle

the part, position, or point of something that has an equal distance from the edges or sides

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "middle"
boundary

a limit that defines distinctions or separations between particular elements, such as ideas, cultures, or rules

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "boundary"
feeling

an emotional state or sensation that one experiences such as happiness, guilt, sadness, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "feeling"
promise

a statement used to mean that one will definitely do a specific thing or something will no doubt happen

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "promise"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek