pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 6 - Μάθημα 21

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 6
flaccid

lacking strength, often referring to muscles or tissues

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flaccid"
convex

having a surface that is curved outward

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "convex"
pliant

easily influenced or adaptable, often suggesting a willingness to comply or be molded by others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pliant"
derelict

having a poor condition, often because of being abandoned or neglected for a long time

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "derelict"
stark

completely bare or extreme, without any embellishment or disguise

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stark"
obese

extremely overweight, with excess body fat that significantly increases health risks

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obese"
auburn

brownish-red in color, often used to refer to hair

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "auburn"
warlike

relating to military operations or tactics

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "warlike"
devoid

entirely lacking or empty of a particular quality or element

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "devoid"
avid

extremely enthusiastic and interested in something one does

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "avid"
adept

highly skilled, proficient, or talented in a particular activity or field

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adept"
nude

not having any clothing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nude"
droll

amusing in an unconventional, whimsical, or quirky manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "droll"
azure

having a bright blue color resembling the clear sky

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "azure"
gallant

(of a man or his manners) behaving with courtesy and politeness toward women

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gallant"
meek

gentle, submissive, or easily influenced, often lacking assertiveness or aggression

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meek"
lurid

depicted in a violent manner, emphasizing the extreme nature of violence or brutality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lurid"
debonair

(particularly of a man) handsome, stylish and full of confidence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "debonair"
inland

into or toward the interior of a country or region

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inland"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek