pattern

Συστατικά Τροφίμων - Ξηροί καρποί και σπόροι

Εδώ θα μάθετε τα ονόματα διαφορετικών ξηρών καρπών και σπόρων στα αγγλικά όπως "almond", "acorn" και "pistachio".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Food Ingredients
almond

a sweet oval nut with a pale brown shell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "almond"
cashew

a small nut that is curved and is high in protein

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cashew"
chestnut

a round, reddish-brown nut that grows on a chestnut tree, often can be eaten

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chestnut"
coconut

a large fruit with a hard shell and edible white flesh inside containing a milky liquid

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coconut"
hazelnut

a round nut that can be eaten and has a brown shell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hazelnut"
macadamia nut

the sweet edible nut that grows on the macadamia tree

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "macadamia nut"
peanut

a type of nut that could be eaten, growing underground in a thin shell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peanut"
pecan

a sweet oval nut with a dark brown shell that grows in America

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pecan"
pine nut

a small edible seed with buttery texture harvested from pine trees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pine nut"
pistachio

an edible green nut with a hard shell that is sometimes half-open

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pistachio"
walnut

a brown nut which is shaped like human brain

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "walnut"
black walnut

a type of nut native to North America, known for its rich flavor and dark shell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "black walnut"
Japanese walnut

a type of edible nut that comes from the Juglans ailanthifolia tree native to Japan, known for its distinctive flavor and crunchy texture

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Japanese walnut"
Brazil nut

a large, flavorful nut harvested from the Brazil nut tree, known for its rich taste and high nutritional value

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Brazil nut"
butternut

an elongated, mild-flavored nut, known for its smooth, oily texture and sweet taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "butternut"
Chilean hazelnut

a type of nut harvested from the Chilean hazelnut tree, characterized by its small size, smooth texture, and distinctively sweet flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Chilean hazelnut"
kola nut

a bitter, caffeine-rich nut harvested from the evergreen kola tree

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kola nut"
filbert

a type of nut produced by certain species of hazel trees, known for its rounded shape and rich, buttery flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "filbert"
acorn

a small, nut-like seed produced by oak trees, typically characterized by its cap and potential to grow into a new oak tree

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "acorn"
breadnut

a starchy fruit resembling chestnut or potato

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breadnut"
hickory nut

a type of large, flavorful nut harvested from various species of hickory trees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hickory nut"
areca nut

a seed harvested from the areca palm tree, typically used for chewing and is known for its stimulating effects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "areca nut"
pumpkin seed

the edible, flat, oval-shaped seeds that are typically found inside the pumpkin fruit, known for their nutty flavor and nutritional value.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pumpkin seed"
sunflower seed

the edible seed harvested from the sunflower plant, known for its small size, distinctive shell, and nutty flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sunflower seed"
sesame seed

a small, edible seed with a nutty flavor commonly used in cooking and baking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sesame seed"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek