pattern

Βιβλίο Headway - Αρχάριος - Ενότητα 12

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 12 στο βιβλίο μαθημάτων Headway Beginner, όπως "μπουκάλι", "δίαιτα", "ώθηση" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Headway - Beginner
diet

the types of food or drink that people or animals usually consume

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diet"
pate

a cold paste made from ground meat, fish, or vegetables, often spiced and served as an appetizer

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pate"
apple pie

a dessert with a pastry crust filled with spiced apples, often served warm with ice cream or whipped cream

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apple pie"
jam

a thick, sweet substance we make by boiling fruit with sugar and often eat on bread

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jam"
herbal tea

a hot drink that is made by soaking different fruits, leaves, flowers, etc. in hot water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "herbal tea"
garlic bread

bread that is spread with a mixture of butter and minced or crushed garlic, then toasted or baked until crispy and golden brown

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "garlic bread"
bacon

thin slices of salted or smoked pork, often fried and eaten in meals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bacon"
potato

a round vegetable that grows beneath the ground, has light brown skin, and is used cooked or fried

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "potato"
water

a liquid with no smell, taste, or color, that falls from the sky as rain, and is used for washing, cooking, drinking, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "water"
bread

a type of food made from flour, water and usually yeast mixed together and baked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bread"
butter

a soft, yellow food made from cream that we spread on bread or use in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "butter"
salami

a type of sausage that is large, spicy, and is served cold in thin slices, originated in Italy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salami"
curry

a variety of dishes originating from South Asia, typically made with meat, vegetables, etc., cooked in a hot sauce and then served with rice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "curry"
soup

liquid food we make by cooking things like meat, fish, or vegetables in water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soup"
meat

the flesh of animals and birds that we can eat as food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meat"
to stew

to cook something at a low temperature in liquid in a closed container

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stew"
ham

a type of meat cut from a pig's thigh, usually smoked or salted

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ham"
cocoa

a hot or cold beverage made from cocoa powder, milk or water, and sweetener, such as sugar

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cocoa"
pepper

a hollow fruit, typically red, green, or yellow, eaten as a vegetable either raw or cooked with other food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pepper"
rice

a small and short grain that is white or brown and usually grown and eaten a lot in Asia

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rice"
still

(of a drink) not having bubbles in it

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "still"
seaweed

a type of plant that grows in or near the sea

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seaweed"
sparkling water

water which is carbonated or fizzy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sparkling water"
salmon

the meat of fish from the salmon family, known for its pink-orange color and rich flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salmon"
cabbage

a large round vegetable with thick white, green or purple leaves, eaten raw or cooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cabbage"
slice

a small cut of a larger portion such as a piece of cake, pizza, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "slice"
menu

a list of the different food available for a meal in a restaurant

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "menu"
dessert

‌sweet food eaten after the main dish

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dessert"
starter

a small dish served before the main course

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "starter"
snack

a small meal that is usually eaten between the main meals or when there is not much time for cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "snack"
to order

to ask for something, especially food, drinks, services, etc. in a restaurant, bar, or shop

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to order"
side order

a small dish which is served separately from the main course

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "side order"
reserved

kept or set apart for a specific purpose or person, typically booked or set aside in advance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reserved"
bottle

a glass or plastic container that has a narrow neck and is used for storing drinks or other liquids

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bottle"
canteen

a small container or bottle used for carrying water or other liquids, typically used by hikers, campers, or soldiers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "canteen"
bookshop

a shop that sells books and usually stationery

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bookshop"
customer

a person, organization, company, etc. that pays to get things from businesses or stores

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "customer"
entrance

an opening like a door, gate, or passage that we can use to enter a building, room, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "entrance"
entry

a door, path, etc. through which one can enter a building or place

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "entry"
exit

a way that enables someone to get out of a room, building, or a vehicle of large capacity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exit"
private

used by or belonging to only a particular individual, group, institution, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "private"
to forget

to not be able to remember something or someone from the past

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to forget"
just

in a way that does not involve anything additional or beyond what is mentioned

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "just"
maybe

used to show uncertainty or hesitation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "maybe"
to pull

to use your hands to move something or someone toward yourself or in the direction that your hands are moving

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pull"
to push

to use your hands, arms, body, etc. in order to make something or someone move forward or away from you

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to push"
to wait

to not leave until a person or thing is ready or present or something happens

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wait"
the present

the period of time happening now, not before or after

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "the present"
queue

a line in which people or vehicles wait for a particular purpose

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "queue"
sale

the act of selling something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sale"
sign

a symbol or letters used in math, music, or other subjects to show an instruction, idea, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sign"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek