pattern

Επιρρήματα Τρόπου Σχετικά με Ανθρώπους - Επιρρήματα Καλοσύνης και Αδιαφορίας

Αυτά τα επιρρήματα υποδεικνύουν το επίπεδο στοργής ή την έλλειψή της στη συμπεριφορά κάποιου, όπως «ήπια», «αγαπώντας», «ψυχρά» κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Categorized Adverbs of Manner Referring to Humans
kindly

in a gentle, considerate, or generous manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "kindly"
fondly

with affection or kind feelings

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fondly"
nicely

in a kind, polite, or enjoyable manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nicely"
gently

in a caring and soft manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gently"
lovingly

with affection, kindness, or deep care

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lovingly"
tenderly

in a gentle, affectionate, or caring manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tenderly"
affectionately

in a manner that shows warmth, love, or fondness

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "affectionately"
sweetly

in a kind, gentle, or pleasant manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sweetly"
graciously

in a manner characterized by kindness, politeness, and a willingness to be considerate or generous

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "graciously"
softly

in a gentle and pleasant manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "softly"
charitably

in a generous and kind-hearted manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "charitably"
obligingly

willingly and readily doing something to assist or please others

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obligingly"
patiently

in a manner that displays one's tolerance of difficulties, delays, and bad behaviors without becoming annoyed or angry

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "patiently"
empathetically

in a way that shows the ability to consider and understand the feelings of others

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "empathetically"
sympathetically

in a manner that displays support or understanding

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sympathetically"
cordially

in a friendly and polite manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cordially"
warmly

in a friendly or affectionate manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "warmly"
amicably

in a friendly and cooperative manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "amicably"
tactfully

in a skillful and considerate manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tactfully"
sensitively

in a way that shows awareness and consideration

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sensitively"
blankly

in a way that reflects a lack of expression, emotion, or understanding

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blankly"
coldly

in a manner lacking friendliness or emotion

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coldly"
coolly

in a calm or neutral manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coolly"
flatly

with a lack of interest or enthusiasm

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flatly"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek