pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 2 - Μάθημα 35

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 2
to marshal

to direct or control the orderly movement or deployment of people or things

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to marshal"
martial

related to war or the armed forces

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "martial"
martian

relating to the planet Mars or characteristic of its environment

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "martian"
martinet

an individual who demands total obedience to rules, laws, and orders

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "martinet"
martyrdom

the act of voluntarily suffering death as the result of maintaining religious or other ideals, usually political or religious

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "martyrdom"
cabal

a secretive plot with interconnected agendas and actions, often for self-interested influence or impact

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cabal"
Cabalism

a mystical tradition in Judaism that explores the hidden, symbolic meanings within Jewish scripture and religious texts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Cabalism"
to sublimate

to cause a substance to change directly from the solid phase to the gas phase without passing through the liquid phase

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to sublimate"
sublime

lofty and grand, beyond ordinary understanding or perception

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sublime"
subliminal

below or beyond the threshold of conscious awareness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subliminal"
infinite

without end or limits in extent, amount, or space

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "infinite"
infinitesimal

extremely small, almost to the point of being unnoticeable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "infinitesimal"
opponent

someone who disagrees with a system, plan, etc. and intends to put an end to it or change it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opponent"
opposite

on the other side of an area when seen from a particular vantage point

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opposite"
fraudulence

the deliberate act of deception performed through false representations for personal gain or harm to others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fraudulence"
fraudulent

dishonest or deceitful, often involving illegal or unethical actions intended to deceive others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fraudulent"
armful

the amount of something that can be carried or held in one's arms at a time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armful"
armory

a facility used for the production of weapons and military equipment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armory"
armistice

a temporary stoppage or truce in hostilities between parties engaged in a war or conflict

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armistice"
armada

a very large assembled fleet of military warships operating under a unified command

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "armada"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek