pattern

Ιατρική Επιστήμη - Εξέταση και Διάγνωση

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με την εξέταση και τη διάγνωση, όπως "υπερηχογράφημα", "ενδοσκόπηση" και "βιοψία".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Medical Science
biopsy

the process of removing and analyzing tissue from the body of a sick person to learn more about their condition

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "biopsy"
blood test

a medical examination in which a small amount of blood is taken from a person to find out if they have any diseases or health conditions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blood test"
CT scan

a medical examination during which a series of detailed pictures of areas inside the body is created by the use of a computer linked to an X-ray machine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "CT scan"
diagnosis

the identification of the nature and cause of an illness or other problem

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diagnosis"
echocardiogram

an ultrasound test that shows a detailed image of the heart

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "echocardiogram"
echocardiography

a noninvasive diagnostic procedure that uses sound waves to look at tissues and organs inside the chest, particularly the heart

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "echocardiography"
examination

the process of looking closely at something to identify any issues

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "examination"
health check

a detailed medical examination in which a person is tested to find out any diseases or disorders

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "health check"
medical

a careful and complete physical assessment of a person's health

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "medical"
magnetic resonance imaging

a technique in which a powerful magnetic field is used to produce detailed images of areas inside the body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "magnetic resonance imaging"
prognosis

a professional opinion regarding the likely course of an illness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prognosis"
sample

a small amount of a substance taken from a larger amount used for scientific analysis or therapeutic experiment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sample"
scan

a medical test during which data is obtained by the images produced using a sensing device that examines organs or regions of the body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scan"
screen

any systematic activity that attempts to identify the presence of a particular disease in a person's body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "screen"
colonoscopy

a medical procedure where a flexible tube with a camera is used to check the inside of the colon for health reasons

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "colonoscopy"
amylase test

a medical laboratory test used to measure amylase enzyme levels in blood or urine for diagnosing pancreatic conditions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "amylase test"
elastography

a medical imaging technique that assesses tissue elasticity, aiding in the identification of abnormalities without invasive procedures

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "elastography"
colposcopy

a medical procedure using a colposcope to examine the cervix, vagina, and vulva for cervical conditions or cancer screening

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "colposcopy"
specimen

a small amount of something such as urine, blood, etc. that is taken for examination

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "specimen"
stool

a piece of solid waste evacuated from the bowels

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stool"
test

a medical examination of the body or a part of body to detect possible health issues

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "test"
ultrasound

the application of ultrasonic waves for medical purposes, such as producing an image of a growing fetus

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ultrasound"
electrocardiogram

the recording or display of the electrical activity of someone's heart that is measured by an electrocardiograph

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "electrocardiogram"
X-ray

an image of the inside of a body created using X-rays

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "X-ray"
electromyography

a diagnostic method for assessing muscle and nerve function by recording their electrical activity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "electromyography"
fluoroscopy

real-time X-ray imaging for diagnostics and interventions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fluoroscopy"
hysteroscopy

a procedure using a thin tube to examine the uterus visually

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hysteroscopy"
myelography

a diagnostic imaging method using contrast dye to visualize spinal cord abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "myelography"
polymerase chain reaction

a laboratory technique used to amplify DNA for various applications in medical diagnostics, genetic testing, and research

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "polymerase chain reaction"
pregnancy test

a diagnostic tool that confirms if someone is pregnant by checking for a hormone called hCG

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pregnancy test"
videonystagmography

a medical test that evaluates vestibular disorders using eye movement recordings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "videonystagmography"
vision screening

a non-invasive assessment of visual acuity and eye health to detect potential vision problems or eye disorders

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vision screening"
physical examination

a health assessment by a professional to evaluate the body for abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "physical examination"
positive

(of a scientific test) showing that a particular substance or condition exists

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "positive"
negative

(of a scientific test) showing that there is no sign of a disease or a particular condition

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "negative"
cardiac stress test

a test to assess the heart's function and performance during physical activity or stress

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cardiac stress test"
stool test

a diagnostic examination that analyzes a person's fecal sample to assess digestive health and detect abnormalities or infections

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stool test"
electroencephalography

a neurodiagnostic technique that records brain electrical activity using scalp electrodes to assess function and detect abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "electroencephalography"
autopsy

an examination of a deceased person's organs to determine the cause of death

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "autopsy"
mammogram

an X-ray for early detection of breast cancer and abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mammogram"
mammography

an X-ray imaging technique used to screen and detect breast abnormalities, including early signs of cance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mammography"
PET scan

a medical imaging technique that uses radioactive tracers to visualize body functions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "PET scan"
Electroneuronography

a diagnostic test used to assess the health and function of facial nerves by measuring their electrical signals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Electroneuronography"
Electronystagmography

a diagnostic test used to evaluate the health and function of nerves by measuring their electrical signals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Electronystagmography"
Electrooculography

a test to measure eye muscle activity for assessing eye movement and health

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Electrooculography"
electroretinography

test to measure retinal function and detect vision abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "electroretinography"
endoscopy

a medical procedure using a flexible tube with a light and camera to examine internal organs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "endoscopy"
endoluminal capsule monitoring

a procedure using a swallowed capsule with sensors to monitor the gastrointestinal tract

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "endoluminal capsule monitoring"
gastroscopy

a procedure using a flexible tube with a camera to examine the stomach through the mouth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gastroscopy"
laryngoscopy

a diagnostic procedure that involves examining the larynx with a laryngoscope to assess health and function

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "laryngoscopy"
ophthalmoscopy

an examination of the inside of the eye using a specialized instrument called an ophthalmoscope

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ophthalmoscopy"
sigmoidoscopy

a medical procedure using a thin, lighted tube to examine your lower bowel for growths or other problems

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sigmoidoscopy"
aortography

a diagnostic procedure that involves using contrast dye and X-ray imaging to assess the aorta's health and function

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aortography"
cardiac ventriculography

a diagnostic procedure that uses contrast dye and imaging to assess the health and function of the heart's ventricles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cardiac ventriculography"
ultrasonography

a medical imaging technique that uses sound waves to create real-time images for diagnostic purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ultrasonography"
dynamic posturography

a balance test that measures how well someone can maintain stability during changing sensory input, used to assess vestibular function and postural control

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dynamic posturography"
cytopathology

the examination and analysis of cells to diagnose diseases and detect abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cytopathology"
encephalography

any X-ray examination of the brain during which the cerebrospinal fluid in the brain ventricles is replaced by air or another gas that acts as a contrast medium

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "encephalography"
tympanometry

a test to assess middle ear function by measuring eardrum movement in response to air pressure changes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tympanometry"
radiography

the process of obtaining images of the body's anatomy using X-rays, gamma rays, or similar ionizing radiation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "radiography"
prenatal diagnosis

the medical procedures and tests during pregnancy to detect potential fetal health issues

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prenatal diagnosis"
genetic testing

a diagnostic procedure that involves analyzing an individual's DNA to identify specific genetic mutations, variations, or abnormalities

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "genetic testing"
radiology

a medical examination that employs imaging technologies to visualize and diagnose diseases within the body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "radiology"
palpation

a hands-on medical examination to assess the characteristics of underlying structures in the body

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "palpation"
checkup

a complete medical examination of the body to see if there are any health issues

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "checkup"
diffuse optical imaging

a non-invasive technique that uses near-infrared light to study functional processes in biological tissues by measuring changes in tissue absorption and scattering

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diffuse optical imaging"
diffusion-weighted imaging

a magnetic resonance imaging (MRI) technique that measures the random motion of water molecules in tissues, providing information about the structural integrity and cellular organization of the examined tissue

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diffusion-weighted imaging"
fluorescence lifetime imaging

a technique that measures the decay time of fluorescence emitted by fluorophores, providing information about molecular interactions, environmental conditions, and cellular processes in biological samples

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fluorescence lifetime imaging"
imaging agent

a substance used in medical imaging that enhances the visualization of specific tissues or processes, aiding in the accurate diagnosis and assessment of various medical conditions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "imaging agent"
bioluminescence imaging

the non-invasive visualization and tracking of biological processes or events using the emission of light by living organisms or their genetically modified components

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bioluminescence imaging"
calcium imaging

a technique that involves the detection and monitoring of changes in intracellular calcium levels in living cells or organisms, providing insights into various physiological and biochemical processes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calcium imaging"
microscopy

a scientific technique that utilizes specialized instruments and optics to magnify and visualize objects or specimens at a microscopic level, enabling the study of detailed structures, cellular components, and biological processes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "microscopy"
molecular imaging

the visualization and analysis of molecular and cellular processes in living organisms for disease detection, molecular tracking, and therapeutic evaluation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "molecular imaging"
Pap test

a gynecological screening test to find early signs of cancer in a woman's neck of the womb

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "Pap test"
ultrasound imaging

a non-invasive medical imaging technique that uses high-frequency sound waves to generate real-time images of internal organs, tissues, and blood flow

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ultrasound imaging"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek