pattern

Συστατικά Τροφίμων - Μέρη και είδη φρούτων και λαχανικών

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τα διάφορα μέρη και είδη φρούτων και λαχανικών όπως "στέλεχος", "πολτός" και "όσπριο".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Food Ingredients
edible

safe or suitable for eating

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "edible"
inedible

not capable of being eaten or is not safe for consumption

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inedible"
achene

a small, dry fruit that typically contains a single seed and is often surrounded by a hardened outer layer

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "achene"
legume

a plant seedpod that contains multiple seeds, such as peas or peanuts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "legume"
nut

a small fruit with a seed inside a hard shell that grows on some trees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nut"
caryopsis

a one-seeded fruit where the seed is fused with the fruit wall, commonly found in grasses and grains

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "caryopsis"
drupe

a type of fruit that consists of an outer fleshy layer, a hard inner shell, and a single seed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drupe"
capsule

a dry, hard covering type of fruit that splits open to release seeds, such as in poppy seeds or okra

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "capsule"
stone fruit

a type of fruit that has a hard, pit-like stone (or seed) surrounded by fleshy edible fruit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stone fruit"
pome

a fruit with a central core surrounded by a fleshy layer

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pome"
citrus

any fruit with a sour taste, such as oranges, limes, and tangerines

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "citrus"
aggregate fruit

a cluster of small individual fruits that develop from separate ovaries within a single flower

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aggregate fruit"
multiple fruit

a fruit formed from the fused ovaries of multiple flowers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "multiple fruit"
accessory fruit

a type of fruit where the flesh comes from tissues other than the ovary

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accessory fruit"
seedless

not containing any seeds

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seedless"
leafy

having an abundance of leaves or characterized by the presence of leaves

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "leafy"
salad greens

a variety of leafy vegetables that are commonly used as the base for salads

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salad greens"
bulb

the ball-shaped root of some plants that grows anew every year

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bulb"
stem

the main part of a plant that connects the roots to the twigs, leaves, and flowers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stem"
root

the underground part of a plant that absorbs water and minerals, sending it to other parts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "root"
tuber

a swollen, underground stem or root of a plant that stores nutrients

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tuber"
tuberous

having or resembling tubers, which are thickened, fleshy underground stems or roots

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tuberous"
marrow

a large long vegetable of the squash family with green skin and white flesh, grown on the ground

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "marrow"
core

the central part of a fruit that typically contains seeds, like in apples, pears, and pineapples

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "core"
dextrose

a simple sugar that is commonly used as a sweetener or a source of energy in various food and medical products

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dextrose"
flesh

the soft, edible part of a fruit, typically rich in flavor and texture

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flesh"
hull

the outer covering or shell of a seed or fruit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hull"
juice

the liquid inside fruits and vegetables or the drink that we make from them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "juice"
nectar

a sweet, liquid substance produced by flowers and used by insects as a source of energy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nectar"
pectin

a natural substance found in fruits that is used as a thickening agent in food preparation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pectin"
peel

the outer, protective layer of a fruit that can be removed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peel"
pip

a tiny hard seed that is found in some fruits such as an apple, peach, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pip"
pit

a small, hard seed or stone found inside certain fruits, such as peaches and cherries

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pit"
pith

the spongy tissue found inside the stems and branches of plants

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pith"
pulp

the soft, fibrous part of a fruit or vegetable

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pulp"
rind

the tough outer covering or skin of a fruit or vegetables

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rind"
seed

a small, hard object produced by a fruit or vegetable that can grow into a new one

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seed"
segment

any of the inner parts of a fruit such as an orange, lemon, etc. that can be easily separated

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "segment"
skin

the outer layer that covers a fruit, seed, or vegetable

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "skin"
stalk

the slender, elongated part of a plant that supports leaves, flowers, or fruits

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stalk"
stone

the hard seed or pit found inside certain fruits like peaches and cherries

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stone"
zest

the flavorful outer layer of citrus fruit peel used to add tangy taste to dishes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "zest"
cob

a small, round nut with a hard shell, known for its rich flavor and used in cooking and snacks

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cob"
corncob

the central cylindrical part of the corn ear that is covered in tightly packed kernelsn

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "corncob"
eye

a small opening or indentation on the surface of certain fruits or vegetables, often associated with the attachment point or reproductive structures, such as in potatoes, pineapples, and beans

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "eye"
floret

a small flower or cluster of flowers that form the flowering head of vegetables like broccoli, cauliflower, and Brussels sprouts, commonly used in culinary applications

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "floret"
top

the edible leafy greens or uppermost part of certain plants, used in culinary applications

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "top"
endosperm

the tissue within a seed that provides nourishment to the developing embryo

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "endosperm"
mesocarp

the middle layer of a fruit found between the outer skin and the inner core or seed, typically fleshy in texture

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mesocarp"
seed coat

the protective outer covering of a seed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seed coat"
exocarp

the outermost layer or skin of a fruit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "exocarp"
pericarp

all the layers of tissue that make up the wall of a fruit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pericarp"
fleshy

(of plant or fruit tissue) soft, juicy, and succulent, often with a high water content

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fleshy"
glace

preserved or enhanced in flavor and appearance through the application of a sugary syrup or glaze

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glace"
overripe

(of fruits or vegetables) excessively ripe or beyond the point of optimal freshness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overripe"
pitted

having had the pits or stones removed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pitted"
ripe

(of fruit or crop) fully developed and ready for consumption

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ripe"
seasonal

typical or customary for a specific time of year

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seasonal"
sun-dried

(particularly of food) having been dried in the sun

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sun-dried"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek