pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B2 - Εργαλεία

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για εργαλεία, όπως "ax", "bolt", "hammer" κ.λπ. που προετοιμάζονται για μαθητές Β2.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B2 Vocabulary
hammer

a tool with a metal head and a handle, used for striking nails, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hammer"
mallet

a hammer-like tool with a large wooden or rubber head used for striking or directing objects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mallet"
saw

a metal tool with a toothed blade that is used for cutting wood, metal, etc. by moving back and forth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "saw"
chainsaw

a tool with a toothed chain inside that is powered by a small engine, used for cutting wood

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chainsaw"
drill

a handheld tool that uses rotational force to create holes or drive screws in various materials

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drill"
wrench

a hand tool with a handle and a jaw or jaws designed to grip, turn, or hold objects such as nuts, bolts, or pipes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wrench"
screw

a small pointy piece of metal that can be fasten into wooden or metal objects using a screwdriver to hold things together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "screw"
screwdriver

a small tool with a metal part by which screws can be turned

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "screwdriver"
nail

a small strong pointy metal that is inserted into walls or wooden objects using a hammer to hang things from or fasten them together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nail"
glue

a substance that is used to stick things to each other

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glue"
file

a metal tool with a rough surface that is used to smooth wooden or metal rough edges

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "file"
chisel

a metal tool with a handle and a strong flat-edged blade that is used to shape hard objects, such as wood, metal, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chisel"
bolt

a piece of metal like a thick nail without a point that used to secure assembled parts by passing through holes and tightening with a nut

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bolt"
nut

a flat piece of metal with a hole in the middle through which a bolt is put to secure or fasten objects together

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nut"
washer

a flat rubber, plastic, or metal ring which is small and acts as a seal or is put between a nut and a bolt to tighten their connection

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "washer"
fork

a gardening tool with a handle and three or four sharp points, used for digging or moving hay

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fork"
shovel

a tool that has a long handle with a broad curved metal end, used for moving snow, soil, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "shovel"
wheelbarrow

an object with two handles and one wheel, used for carrying things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wheelbarrow"
toolbox

a portable, often metal box for organizing and keeping tools in

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "toolbox"
pliers

a small metal tool with two jaws used for gripping, bending, or cutting materials such as wires, pipes, or small objects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pliers"
wire cutter

a hand tool specifically designed for cutting wires and cables

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wire cutter"
duct tape

a silver-colored object that is sticky on one side and is used for fixing things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "duct tape"
plunger

a tool with a rubber cup fixed to a handle, used for clearing blocked pipes or drains

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plunger"
crowbar

an iron bar with one end curved that is used as a lever

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crowbar"
staple gun

a metal tool that uses staples to fix paper or wood to other materials

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "staple gun"
box cutter

a small razor with an adjustable blade used for cutting cardboard boxes, packaging materials, and other items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "box cutter"
to function

to work or perform properly

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to function"
adjustable wrench

a type of wrench with a movable part that can turn or hold things of different sizes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "adjustable wrench"
tape measure

a flexible measuring tool consisting of a long strip of metal, cloth, or plastic with measurement markings, used to measure lengths and distances accurately

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tape measure"
sledgehammer

a large tool consisted of a long handle with a heavy metal block at its end, used with both hands to break a stone, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sledgehammer"
ax

a tool with a long wooden handle attached to a heavy steel or iron blade, primarily used for chopping wood and cutting down trees

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ax"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek