pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου B2 - Ο κινηματογράφος

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τον κινηματογράφο, όπως "screen", "shoot", "cinephile" κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές Β2.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR B2 Vocabulary
act

a main part of a play, opera, or ballet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "act"
to adapt

to change a book or play in a way that can be made into a movie, TV series, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to adapt"
ballet

a form of performing art that narrates a story using complex dance movements set to music but no words

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ballet"
blockbuster

a thing that achieves great widespread popularity or financial success, particularly a movie, book, or other product

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blockbuster"
box office

the total income a movie makes by selling tickets

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "box office"
to appear

to take part in a play, TV show, movie, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to appear"
to cast

to choose a performer to play a role in a movie, opera, play, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to cast"
to project

to make a movie, image, etc. appear on a flat surface from afar

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to project"
to screen

to show a video or film in a movie theater or on TV

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to screen"
rerun

the rebroadcast of a program on television or other media

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rerun"
screening

a showing of a movie to an audience, typically at a scheduled time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "screening"
to shoot

to film or take a photograph of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to shoot"
to stage

to present a play or other event to an audience

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stage"
cinephile

someone who loves movies very much

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cinephile"
animated

(of images or drawings in a movie) made to appear as if they are in motion

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "animated"
clip

a short part of a movie or broadcast that is viewed separately

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clip"
cue

a few words or actions that hint another performer to say a line or do something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cue"
double

a person who substitutes for an actor in a film, typically during scenes that involves nude or dangerous scenes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "double"
stunt

a dangerous and difficult action that shows great skill and is done to entertain people, typically as part of a movie

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stunt"
lighting engineer

a technician who is in charge of the lights in a TV or motion picture set or theater stage

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lighting engineer"
manager

someone whose job is to take care of the business affairs of an actor, musician, sports player, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "manager"
screenwriter

a person whose job is to write scripts for movies, TV series, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "screenwriter"
opening

the first public presentation of a play, musical, movie, or any other form of entertainment

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "opening"
preview

the showing of a movie, play, exhibition, etc. to a selected audience before its public release

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "preview"
production

a motion picture, TV program, etc. that is created for the public view

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "production"
rehearsal

a session of practice in which performers prepare themselves for a public performance of a concert, play, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rehearsal"
to rehearse

to practice a play, piece of music, etc. before the public performance

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to rehearse"
show business

the industry or profession of providing public entertainment, such as motion picture, theater, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "show business"
scenario

a written description of the characters, events, or settings in a movie or play

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scenario"
subtitle

transcribed or translated words of the narrative or dialogues of a movie or TV show, appearing at the bottom of the screen to help deaf people or those who do not understand the language

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subtitle"
sound effect

an artificial sound created and used in a motion picture, play, video game, etc. to make it more realistic

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sound effect"
wind machine

a machine that is used in a theater or movie to create artificial wind

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wind machine"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek