pattern

Βιβλίο Total English - Άνω του μεσαίου - Ενότητα 2 - Μάθημα 2

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 2 - Μάθημα 2 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Upper-Intermediate, όπως "drizzle", "scorching", "overcast" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Upper-intermediate
cold

having a temperature lower than the human body's average temperature

κρύος, ψυχρός

κρύος, ψυχρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cold"
cool

having a pleasantly mild, low temperature

δροσερός, κρύος

δροσερός, κρύος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cool"
rain

water that falls in small drops from the sky

βροχή, νερό

βροχή, νερό

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rain"
to pour

to rain heavily and in a large amount

καταρρέω, ρίχνω

καταρρέω, ρίχνω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to pour"
warm

having a temperature that is high but not hot, especially in a way that is pleasant

θερμός, ζεστός

θερμός, ζεστός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "warm"
hot

having a higher than normal temperature

καυτός, θερμός

καυτός, θερμός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hot"
windy

having a lot of strong winds

αέρας, θυελλώδης

αέρας, θυελλώδης

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "windy"
weather

things that are related to air and sky such as temperature, rain, wind, etc.

καιρός, καιρικές συνθήκες

καιρός, καιρικές συνθήκες

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "weather"
breeze

a gentle and usually pleasant wind

αεράκι, άνεμος

αεράκι, άνεμος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breeze"
breezy

having a gentle, refreshing wind

δροσερός, αέρινος

δροσερός, αέρινος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breezy"
chilly

cold in an unpleasant or uncomfortable way

ψυχρός, δροσερός

ψυχρός, δροσερός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chilly"
drizzle

rain that falls in small, fine drops, creating a gentle and steady rainfall

ψιχάλα, σταγονοβροχή

ψιχάλα, σταγονοβροχή

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "drizzle"
scorching

(of weather or temperature) extremely hot, causing intense heat and discomfort

καυτερός, καυτός

καυτερός, καυτός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scorching"
overcast

(of weather or the sky) filled with a lot of dark clouds

σκοτεινός, νεφελώδης

σκοτεινός, νεφελώδης

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "overcast"
bright

(of weather) sunny and without many clouds

φωτεινός, λιοφώτιστος

φωτεινός, λιοφώτιστος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bright"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek