pattern

Βιβλίο Total English - Άνω του μεσαίου - Ενότητα 4 - Μάθημα 1

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 4 - Μάθημα 1 στο βιβλίο μαθημάτων Total English Upper-Intermediate, όπως "commute", "workaholic", "flexible" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Total English - Upper-intermediate
to commute

to regularly travel to one's place of work and home by different means

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to commute"
employment

a paid job

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "employment"
voluntary

working without pay

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "voluntary"
workaholic

a person who works compulsively and finds it hard to stop working to do other things

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "workaholic"
workplace

a physical location, such as an office, factory, or store, where people go to work and perform their job duties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "workplace"
flexible

capable of adjusting easily to different situations, circumstances, or needs

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flexible"
work-rhythm

an individual's natural fluctuation of physical and mental capacity for effective work throughout the day

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "work-rhythm"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek