pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 4 - Μάθημα 48

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 4
meretricious

based on pretense; deceptively pleasing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meretricious"
anhydrous

without water; especially without water of crystallization

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anhydrous"
promiscuous

not selective of a single class or person

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "promiscuous"
ambidextrous

equally skillful with each hand

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ambidextrous"
capacious

able to hold a large quantity

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "capacious"
portentous

extraordinary and serving as a warning or sign of future events, often suggesting something bad or threatening

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "portentous"
raucous

(of a sound) loud, harsh, and unpleasant to the ears

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "raucous"
contagious

(of a disease) transmittable from one person to another through close contact

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contagious"
ingenious

having or showing cleverness, creativity, or skill

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ingenious"
licentious

lacking moral discipline; especially sexually unrestrained

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "licentious"
spurious

false or deceptive, often misleading in appearance or claims

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spurious"
pernicious

exceedingly harmful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pernicious"
onerous

difficult and needing a lot of energy and effort

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "onerous"
uxorious

foolishly fond of or submissive to your wife

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uxorious"
obsequious

excessively flattering and obeying a person, particularly in order to gain their approval or favor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "obsequious"
sagacious

having wisdom and good judgment

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sagacious"
pugnacious

eager to start a fight or argument

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pugnacious"
fabulous

beyond the usual or ordinary, often causing amazement or admiration due to its exceptional nature

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fabulous"
gaseous

existing as or having characteristics of a gas

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gaseous"
lascivious

experiencing or displaying an intense sexual interest

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lascivious"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek