pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C2 - Μέτρηση

Εδώ θα μάθετε όλες τις βασικές λέξεις για να μιλήσετε για τη Μέτρηση, που συλλέγονται ειδικά για μαθητές επιπέδου C2.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C2 Vocabulary
photometry

the scientific measurement of light in terms of its intensity, color, and other properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "photometry"
altimeter

an instrument used to measure and indicate the altitude of an object above a fixed level, typically the Earth's surface

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "altimeter"
anemometer

a device used to measure the speed and direction of the wind

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anemometer"
ampere

the unit of electric current, symbolized as "A" in the International System of Units (SI)

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ampere"
barometer

a scientific instrument used to measure air pressure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "barometer"
karat

a unit to measure the purity of gold, the purest gold being 24 karats

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "karat"
perimeter

the total length of the external boundary of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perimeter"
hypsometry

the measurement of land elevation variations comparing to sea level or a chosen reference point

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hypsometry"
hydrometry

the measurement and analysis of water flow, levels, and properties in natural bodies of water and hydraulic systems

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hydrometry"
spectrometry

the measurement and analysis of the spectrum of electromagnetic radiation emitted or absorbed by substances

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spectrometry"
voltmeter

a device used to measure the electric potential difference between two points in an electrical circuit

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "voltmeter"
manometer

a device used to measure the pressure of gases or liquids in a closed system, typically by comparing it to atmospheric pressure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "manometer"
thermocouple

a temperature sensor that generates electricity based on heat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thermocouple"
metrology

the scientific study of measurement, including the development of measurement standards and techniques

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "metrology"
calorimetry

the scientific measurement of heat exchange in chemical or physical processes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calorimetry"
gravimetry

the measurement of variations in gravitational fields to understand the Earth's structure and properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gravimetry"
luminance unit

a measure of the brightness of a light source as perceived by the human eye

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "luminance unit"
densitometry

the process of measuring how dense something is by assessing how much light it absorbs or transmits

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "densitometry"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek