pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 6

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
liqueur

a sweet alcoholic beverage made from a mix of herbs, fruits, and different spices

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "liqueur"
liquor

any kind of alcoholic drink made through the process of heating and cooling, such as whiskey, vodka, rum, gin, and tequila

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "liquor"
to liquidate

to clear one's debt

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to liquidate"
to liquefy

to change from a solid state and become fluid or liquid

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to liquefy"
warrant

an order issued by a judge that authorizes the police to take specific actions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "warrant"
wary

feeling or showing caution and attentiveness regarding possible dangers or problems

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wary"
warily

in a careful manner, with a sense of caution and suspicion

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "warily"
to abet

to assist or encourage someone to do something, particularly in committing a wrongdoing or crime

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to abet"
abed

in or to bed

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abed"
gratification

a feeling of satisfaction caused by the fulfillment of a desire

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gratification"
to gratify

to give a person happiness, fulfillment, or satisfaction

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to gratify"
gratis

without costing anything

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gratis"
gratuitous

provided or given without cost

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gratuitous"
gratuity

a gift of money as a way of repaying kindness or as a gesture of appreciation that is given willingly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gratuity"
metaphor

a figure of speech that compares two unrelated things to highlight their similarities and convey a deeper meaning

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "metaphor"
metallurgy

a field of science, dealing with metals and how to utilize them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "metallurgy"
to metamorphose

to undergo a complete transformation in form, structure, or appearance

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to metamorphose"
metaphorically

in a manner that uses a word or phrase to convey a meaning beyond its literal interpretation

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "metaphorically"
metaphysics

a branch of philosophy that deals with abstract concepts such as existence or reality

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "metaphysics"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek