pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 23

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
prehensile

designed for gripping or holding, often by wrapping around or enclosing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prehensile"
prehension

the action of grasping or seizing something tightly with the hands or tentacles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prehension"
abundant

existing or available in large quantities

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abundant"
superabundant

existing in an amount or quantity that is more than sufficient

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "superabundant"
to superannuate

to retire someone because of age or physical inability, often with a pension

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to superannuate"
supercilious

treating others as if one is superior to them

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supercilious"
superficial

not done in a complete or thorough way

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "superficial"
superfluity

an amount that is more than necessary

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "superfluity"
superfluous

beyond what is necessary or required

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "superfluous"
afire

illuminated or glowing as if by fire or flame

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "afire"
afoot

by walking or on foot

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "afoot"
aforesaid

previously mentioned or spoken of

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aforesaid"
afresh

once again, but in a new or different manner

[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "afresh"
mantel

a shelf located above a fireplace, typically included in a frame that surrounds it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mantel"
mantle

a shelf above a fireplace, often used for displaying decorative items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mantle"
querulous

frequently or constantly finding fault and complaining

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "querulous"
to query

to ask questions in order to seek information or clarification

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to query"
to frizz

to form or cause hair to form tight curls or waves, often as a result of humidity or specific hair treatments

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to frizz"
to frizzle

to form or shape small, tight curls

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to frizzle"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek