pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 37

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
euphemism

a word or expression that is used instead of a harsh or insulting one in order to be more tactful and polite

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "euphemism"
euphonious

pleasing to the ear

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "euphonious"
euphony

a harmonious combination of sounds that is pleasing to the ear

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "euphony"
euphoria

a feeling of intense happiness, excitement, or pleasure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "euphoria"
euphoric

feeling intense excitement and happiness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "euphoric"
unanimity

a situation in which all those involved are in complete agreement on something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unanimity"
unanimous

(of a group) fully in agreement on something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unanimous"
arrogant

showing a proud, unpleasant attitude toward others and having an exaggerated sense of self-importance

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arrogant"
to arrogate

to claim a right, title, or authority to something, often without proper justification

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to arrogate"
voluble

speaking easily, fluently, and at length

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "voluble"
voluminous

having great volume or bulk

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "voluminous"
voluptuous

(of a woman's body) curvy and attractive with full breasts and wide hips

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "voluptuous"
deceit

the act or practice of misleading or lying to others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deceit"
deceitful

displaying behavior that hides true intentions or feelings to mislead or trick

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deceitful"
to deceive

to make a person believe something untrue

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to deceive"
to manifest

to clearly dispaly something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to manifest"
to manifold

to produce several copies or duplicates of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to manifold"
dead heat

a race in which two or more competitors finish at the exact same time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dead heat"
deadlock

a situation in which the parties involved do not compromise and therefore are unable to reach an agreement

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deadlock"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek