pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 10

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
laborious

requiring a great deal of time and energy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "laborious"
labyrinth

a structure with confusing or interconnected passages and paths

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "labyrinth"
labyrinthine

looking like a labyrinth, twisting and confusing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "labyrinthine"
abysmal

very deep or profound, often used metaphorically to describe a great extent or intensity

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abysmal"
abyss

a symbolic void representing an immeasurable or deep concept or state

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "abyss"
facetious

not showing the amount of seriousness needed toward a serious matter by trying to seem clever and humorous

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "facetious"
facile

achieved or performed without much effort

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "facile"
to facilitate

to help something, such as a process or action, become possible or simpler

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to facilitate"
facility

the ability to do something easily or skillfully

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "facility"
to wrest

to take something out of someone's hand usually by force

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wrest"
to wrench

to pull or twist something forcefully or abruptly, often with the intention of extracting or removing it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wrench"
to wreak

to cause or inflict damage, harm, or destruction, often with great force or intensity

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wreak"
wrath

extreme anger or strong resentment, often accompanied by a desire for vengeance or harming oneself and others

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wrath"
to wrangle

to have a noisy and intense argument

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to wrangle"
candid

speaking or behaving in a clear, honest, and direct manner

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "candid"
candor

the quality of being honest and direct in speech and act

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "candor"
neural

regarding neurons, which are the basic building blocks of the nervous system

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neural"
to garner

to collect various things, like information, objects, etc.

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to garner"
to garnish

to make food look more delicious by decorating it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to garnish"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek