pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 35

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
tangent

a straight line that touches a curve or surface at exactly one point, known as the point of tangency

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tangent"
tangential

not or barely relevant to something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tangential"
tangible

capable of being felt or touched

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tangible"
breach

an act that violates an agreement, law, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breach"
breech

the back part of a gun's barrel where bullets are loaded

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breech"
unaccountable

impossible to explain or justify

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unaccountable"
unaffected

remaining unchanged despite external influences

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unaffected"
unalloyed

pure and free from any other elements or substances

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unalloyed"
hibernal

relating to or typical of winter

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hibernal"
to defame

to wrongly or intentionally damage someone's reputation

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to defame"
defamatory

(of statements) intending to ruin someone's reputation with the use of unpleasant or false information

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "defamatory"
defamation

a false statement damaging a person's reputation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "defamation"
to irk

to annoy someone, often due to repeated actions or persistent issues

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to irk"
irksome

causing annoyance or weariness due to its dull or repetitive nature

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "irksome"
to analyze

to examine or study something in detail in order to explain or understand it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to analyze"
analyst

a trained individual who evaluates information and data to provide insights and make informed decisions in various fields such as finance, economics, business, technology, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "analyst"
to neuter

to remove the sex organs of a domestic animal in order to keep it from reproduction

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to neuter"
neutral

not favoring either side in a conflict, competition, debate, etc.

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neutral"
neutralisation

the process of counteracting or eliminating the impact of a previous action

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neutralisation"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek