pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 36

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
jingo

a person who strongly advocates for war and aggressive nationalism

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jingo"
jingoist

someone who very strongly believes that their country is far more superior than other countries

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "jingoist"
enormity

the quality of being shockingly bad or morally wrong

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enormity"
enormous

extremely large in physical dimensions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enormous"
enormousness

the quality of being exceptionally large in size, extent, or quantity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enormousness"
to allege

to say something is the case without providing proof for it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to allege"
allegiance

a committed loyalty or dedication to a particular cause, group, or belief

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "allegiance"
allegory

a story, poem, etc. in which the characters and events are used as symbols to convey moral or political lessons

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "allegory"
to crave

to strongly desire or seek something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to crave"
craven

not having even the smallest amount of courage

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "craven"
idealist

a person who values principles and ideals over practicality

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "idealist"
to idealize

to perceive or portray something as being better or more perfect than it actually is

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to idealize"
ideology

a set of beliefs or principles that guide a community or nation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ideology"
pension

a regular payment made to a retired person by the government or a former employer

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pension"
pensive

engaged in deep or serious thought

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pensive"
suffrage

the right or privilege of casting a vote in public elections

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "suffrage"
suffragist

a person who campaigns for the right to vote, especially for women's voting rights

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "suffragist"
corpulence

the state of being overweight or obese

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "corpulence"
corpulent

excessively overweight or obese

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "corpulent"
corpuscle

a small cell, particularly a red or white blood cell, and sometimes encompassing platelets

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "corpuscle"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek