pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 1 - Μάθημα 13

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 1
static

showing little to no change at all

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "static"
statics

a branch of science that focuses on the study of forces responsible for maintaining balance and stability in objects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "statics"
statistician

a person who collects, analyzes, and interprets numerical data

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "statistician"
stationary

not moving or changing position

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stationary"
ambulance

‌a vehicle specially equipped to take sick or injured people to a hospital

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ambulance"
to ambulate

to walk or move from one place to another

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to ambulate"
ambulatory

related to or designed for walking

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ambulatory"
to decorate

to add beautiful things to something in order to make it look more attractive

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to decorate"
decorous

showing a polite, dignified, and appropriate manner of behaving

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "decorous"
decorum

the quality of being proper or appropriate in behavior or appearance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "decorum"
gynecocracy

a society or government ruled by women

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gynecocracy"
gynecology

the branch of medicine that is concerned with diseases that are specific to women, especially those that affect their reproductive organs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gynecology"
technicality

a trivial detail or a specific provision within a rule, law, or procedure

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "technicality"
technology

scientific knowledge put into practice in a particular area, especially in industry

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "technology"
presumption

a belief that something is true without any proof

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "presumption"
presumptuous

failing to respect boundaries, doing something despite having no right in doing so

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "presumptuous"
pretentious

attempting to appear intelligent, important, or something that one is not, so as to impress others

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pretentious"
pretext

a false reason or excuse given to justify an action or behavior, hiding the true motive behind it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pretext"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek