pattern

Βιβλίο Solutions - Ενδιάμεσο - Μονάδα 2 - 2C

Εδώ θα βρείτε το λεξιλόγιο από την Ενότητα 2 - 2Γ στο βιβλίο μαθημάτων Solutions Intermediate, όπως "additive", "nutrient", "stir-fry" κ.λπ.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Solutions - Intermediate
food

things that people and animals eat, such as meat or vegetables

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "food"
dish

a flat, shallow container for cooking food in or serving it from

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dish"
curry

a variety of dishes originating from South Asia, typically made with meat, vegetables, etc., cooked in a hot sauce and then served with rice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "curry"
pie

a food that is made by baking fruits, vegetables, or meat inside one or multiple layers of pastry

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pie"
pudding

a sweet creamy dish made with milk, sugar, and flour, served cold as a dessert

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pudding"
risotto

a dish of rice cooked with meat, vegetables, etc., originated in Italy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "risotto"
salad

a mixture of usually raw vegetables, like lettuce, tomato, and cucumber, with a type of sauce and sometimes meat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salad"
sandwich

two pieces of bread with cheese, meat, etc. between them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sandwich"
soup

liquid food we make by cooking things like meat, fish, or vegetables in water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soup"
stew

a dish of vegetables or meat cooked at a low temperature in liquid in a closed container

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stew"
stir-fry

a dish made by stir-frying

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stir-fry"
egg

an oval or round thing that is produced by a chicken and can be used for food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "egg"
fruit

something we can eat that grows on trees, plants, or bushes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fruit"
milk

the white liquid we get from cows, sheep, or goats that we drink and use for making cheese, butter, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "milk"
pork

meat from a pig, eaten as food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pork"
wheat

the common grain that is used in making flour, taken from a cereal grass which is green and tall

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wheat"
diet

the types of food or drink that people or animals usually consume

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "diet"
bacon

thin slices of salted or smoked pork, often fried and eaten in meals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bacon"
tomato

a soft and round fruit that is red and is used a lot in salads and many other foods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tomato"
pasta

an Italian food that is a mixture of flour, water, and at times eggs formed it into different shapes, typically eaten with a sauce when cooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pasta"
mushroom

any fungus with a short stem and a round top that we can eat

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mushroom"
tuna

a type of large fish that is found in warm seas

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tuna"
vegetable

a plant or a part of it that we can eat either raw or cooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vegetable"
crisp

a thin, round piece of potato, cooked in hot oil and eaten cold as a snack

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crisp"
butter

a soft, yellow food made from cream that we spread on bread or use in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "butter"
peanut

a type of nut that could be eaten, growing underground in a thin shell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peanut"
steak

a large piece of meat or fish cut into thick slices

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "steak"
cheese

a soft or hard food made from milk that is usually yellow or white in color

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cheese"
calcium

a soft silver-white metal that is an important element in bones and teeth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calcium"
fat

a substance taken from animals or plants and then processed so that it can be used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fat"
chicken

the flesh of a chicken that we use as food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chicken"
rice

a small and short grain that is white or brown and usually grown and eaten a lot in Asia

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rice"
cereal

food made from grain, eaten with milk particularly in the morning

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cereal"
nutrient

a substance such as a vitamin, protein, fat, etc. that is essential for good health and growth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nutrient"
additive

a substance that is added in small quantities to something else to improve or preserve its quality, appearance, or effectiveness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "additive"
fiber

a substance made by compressing layers of paper or cloth that is similar in appearance and texture to leather

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fiber"
protein

a substance found in food such as meat, eggs, seeds, etc. which is an essential part of the diet and keeps the body strong and healthy

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "protein"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek