pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C1 - Geography

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τη γεωγραφία, όπως "ravine", "plateau", "fertile" κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές Γ1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C1 Vocabulary
altitude

the distance between an object or point and sea level

υψόμετρο, ύψος

υψόμετρο, ύψος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "altitude"
latitude

the distance of a point north or south of the equator that is measured in degrees

γεωγραφικό πλάτος, πλάτος

γεωγραφικό πλάτος, πλάτος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "latitude"
longitude

the distance of a point east or west of the meridian at Greenwich that is measured in degrees

μηκος, γεωγραφικό μήκος

μηκος, γεωγραφικό μήκος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "longitude"
bay

an area of land that is curved and partly encloses a part of the sea

κόλπος, όρμος

κόλπος, όρμος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bay"
branch

a smaller part of a river that is separated from the main and larger part

κλάδος, παράπλευρος

κλάδος, παράπλευρος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "branch"
clearing

a treeless area in a forest

καθαρισμός, ανοιχτό μέρος

καθαρισμός, ανοιχτό μέρος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clearing"
cove

a small curved area of land that partly encloses a specific part of the sea

κόλπος, κοιλότητα

κόλπος, κοιλότητα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cove"
crater

the round top of a volcano

κράτηρας, κρηπίς

κράτηρας, κρηπίς

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crater"
deposit

a layer of matter that has been accumulated, particularly by a body of water

κατάθεση, επίθεση

κατάθεση, επίθεση

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "deposit"
dock

a structure built out into the water so that people can get on and off boats or ships

ντόκος, προβλήτα

ντόκος, προβλήτα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dock"
estuary

the part of a river that is wide and where it meets the sea

εκβολή, στόμιο

εκβολή, στόμιο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "estuary"
flow

the state of moving constantly and steadily

ροή, ρεύμα

ροή, ρεύμα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flow"
gulf

an area of sea that is partly surrounded by land, with a narrow opening

βουλγάρι, κόλπος

βουλγάρι, κόλπος

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gulf"
horizon

the line where the sky and earth seem to come in contact with each other

ορίζοντας, ορίζουσα

ορίζοντας, ορίζουσα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horizon"
iceberg

a very large floating piece of ice

παγόβουνο, χιονόβουνo

παγόβουνο, χιονόβουνo

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "iceberg"
peak

the pointed top of a mountain

κορυφή, άκρη

κορυφή, άκρη

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peak"
peninsula

a large body of land that is partially surrounded by water but is attached to a larger area of land

χερσόνησος, προβλήτα

χερσόνησος, προβλήτα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peninsula"
plain

a vast area of flat land

πεδιάδα, 平原

πεδιάδα, 平原

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plain"
plateau

an area of land that is flat and higher than the land surrounding it

υψίπεδο, πλαγιά

υψίπεδο, πλαγιά

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "plateau"
pole

the most northern or most southern points of the earth that are joined by its axis of rotation

πόλος, πολικός σημείο

πόλος, πολικός σημείο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pole"
pond

an area containing still water that is comparatively smaller than a lake, particularly one that is made artificially

λιμνούλα, ενυδρείο

λιμνούλα, ενυδρείο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pond"
range

a line of mountains or hills

ορυζόντας, αλπικό σύστημα

ορυζόντας, αλπικό σύστημα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "range"
ravine

a deep narrow valley with steep sides, usually worn by a stream

χαράδρα, φρέαρ

χαράδρα, φρέαρ

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ravine"
reservoir

a lake, either natural or artificial, from which water is supplied to houses

ταμιευτήρας, δεξαμενή

ταμιευτήρας, δεξαμενή

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "reservoir"
summit

the top of a mountain

κορυφή, υψηλό σημείο

κορυφή, υψηλό σημείο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "summit"
swamp

an area of land that is covered with water or is always very wet

βάλτος, τσιμινιέρα

βάλτος, τσιμινιέρα

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "swamp"
tundra

the expansive flat Arctic regions, of North America, Asia, and Europe, in which no trees grow and the soil is always frozen

τούρνα, ήπιος στάδιο

τούρνα, ήπιος στάδιο

Google Translate
[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tundra"
to erode

(of natural forces such as wind, water, or other environmental factors) to gradually wear away or diminish the surface of a material

διαβρώνω, φθείρω

διαβρώνω, φθείρω

Google Translate
[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to erode"
arid

(of land or a climate) very dry because of not having enough or any rain

άγονος, ξηρός

άγονος, ξηρός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "arid"
barren

(of land or soil) not capable of producing any plants

στεγνός, άγονος

στεγνός, άγονος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "barren"
coastal

related to or situated along the coast, the area where land meets the sea

παράκτιος, κοσμοσφαιρικός

παράκτιος, κοσμοσφαιρικός

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coastal"
fertile

(of land or soil) able to produce crops or plants well

γόνιμος, καρποφόρος

γόνιμος, καρποφόρος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fertile"
inland

located away from the coast

ενδοχώρα, ενδότερος

ενδοχώρα, ενδότερος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inland"
offshore

situated or occurring in the sea, typically away from the shore or coast

ναυτικό, παράκτιο

ναυτικό, παράκτιο

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "offshore"
marine

related to the sea and the different life forms that exist there

ναυτικός, θαλάσσιος

ναυτικός, θαλάσσιος

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "marine"
neighboring

(of a place) close to another

γειτονικός, γείτονας

γειτονικός, γείτονας

Google Translate
[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "neighboring"
upstream

against the current of a river or stream

ανάντη, κατά την ρεύση

ανάντη, κατά την ρεύση

Google Translate
[επίρρημα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "upstream"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek