pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C1 - Μαγείρεμα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις σχετικά με τη μαγειρική, όπως "blend", "simmer", "whip" κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές C1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C1 Vocabulary
batter

a mixture consisting of flour, milk, and eggs, used for making pancakes, or for covering food before frying

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "batter"
to blend

to combine different substances together

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to blend"
to carve

to cut a piece of cooked meat into smaller pieces

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to carve"
to deep-fry

to cook food by holding it under oil

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to deep-fry"
to defrost

to cause something frozen become warmer to melt away the ice or frost

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to defrost"
to digest

to break down food in the body and to absorb its nutrients and necessary substances

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to digest"
to mash

to crush food into a soft mass

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to mash"
to reheat

to warm previously cooked food

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to reheat"
to grate

to cut food into small pieces or shreds using a tool with sharp holes

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to grate"
to grind

to crush something into small particles by rubbing or pressing it against a hard surface

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to grind"
to simmer

to cook something at a temperature just below boiling, allowing it to bubble gently

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to simmer"
to steam

to cook using the steam of boiling water

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to steam"
to stew

to cook something at a low temperature in liquid in a closed container

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to stew"
to warm up

‌to make already cooked food warm again

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to warm up"
to whip

to mix ingredients with a wire whisk or fork in cooking or baking to achieve a specific texture

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to whip"
to squeeze

to force liquid out of something by firmly twisting or pressing it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to squeeze"
bland

(of drink or food) having no pleasant or strong flavor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bland"
chunky

(of food) having large pieces

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chunky"
chewy

(of food) requiring to be chewed a lot in order to be swallowed easily

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chewy"
creamy

having a smooth and soft texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "creamy"
crispy

(of food) having a firm, dry texture that makes a sharp, crunching sound when broken or bitten

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crispy"
crunchy

firm and making a crisp sound when pressed, stepped on, or chewed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crunchy"
tinned

(of food) preserved and sold in a can

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tinned"
appetite

the feeling of wanting food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appetite"
banquet

a large and formal meal for many people, often for a special event

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "banquet"
feast

a meal with fine food or a large meal for many people celebrating a special event

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "feast"
brunch

a meal served late in the morning, as a combination of breakfast and lunch

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brunch"
buffet

a meal with many dishes from which people serve themselves at a table and then eat elsewhere

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "buffet"
teatime

a time in the early evening or afternoon when people have a light meal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "teatime"
corkscrew

a small tool with a pointy spiral metal for pulling out corks from bottles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "corkscrew"
glassware

objects that are made of glass, particularly ones used for eating and drinking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glassware"
tureen

a deep dish with a lid, used for serving soup

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tureen"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek