pattern

Υγεία και Ασθένεια - Είδη τραυματισμών

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με διαφορετικούς τύπους τραυματισμών όπως "μώλωπας", "κάταγμα" και "διάστρεμμα".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Health and Sickness
accident

an unexpected and unpleasant event that happens by chance, usually causing damage or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "accident"
bite

a wound or injury inflicted by the teeth of an animal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bite"
black eye

an area of bruised skin surrounding the eye caused by a blow or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "black eye"
break

a fracture in a hard tissue, such as bone

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "break"
bruise

an injury on the skin that appears as a dark mark, caused by a blow involving the rupture of vessels underneath

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bruise"
wound

an injury inflicted to the body especially one that seriously damages the skin or the flesh

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wound"
scrape

a minor injury where the top layer of skin gets rubbed or scratched off

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scrape"
sprain

a painful injury resulting in the sudden twist of a bone or joint, particularly one's wrist or ankles

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sprain"
fracture

a crack or break in a bone or other hard substance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fracture"
stress fracture

a small crack in a bone, typically caused by repetitive stress or overuse of the affected area

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stress fracture"
compound fracture

a bone break that involves the bone piercing through the skin

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "compound fracture"
bump

a swelling on the body caused by illness or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bump"
burn

a mark or injury that is caused by exposure to fire, acid, heat, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "burn"
lesion

a region in an organ or tissue that has suffered damage through injury, disease, or other causes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lesion"
rupture

a severe injury that causes an internal organ or soft tissue to break or tear suddenly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rupture"
first-degree burn

a mild burn that only affects the outer layer of the skin

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "first-degree burn"
second-degree burn

a burn that affects the first and second layers of the skin and appears red, blistered, and can be swollen and extremely painful

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "second-degree burn"
third-degree burn

a deep and severe burn, caused by contact with heat, radiation, or chemicals, that destroys both epidermis and dermis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "third-degree burn"
hobble

the act of walking with difficulty or a pronounced limp due to pain, stiffness, or impairment in the legs or feet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hobble"
pull

a strain or tear in a muscle due to excessive force, resulting in pain and limited movement

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pull"
scab

a dry, protective crust that forms over a healing wound as part of the body's natural healing process

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scab"
scald

a first degree burn resulting from hot liquid or steam

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scald"
scar

a mark that is left on one's skin after a wound or cut has healed

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scar"
cut

a break or opening in the skin or flesh, often caused by a sharp object or injury

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cut"
scratch

a small cut on the skin caused by something sharp, like a fingernail, thorn, or rough surface

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "scratch"
sting

a painful infliction caused by a small sharp and pointed organ that some insects have and use to penetrate the prey and inject poison

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sting"
strain

an injury to a muscle or tendon often caused by overexertion

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "strain"
concussion

a momentary loss of consciousness provoked by a hard blow on the head

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "concussion"
contusion

an injury that leaves a bruise and causes extreme pain but does not break the skin tissue

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contusion"
whiplash injury

a neck injury caused by one's neck bending forward and back suddenly and forcefully

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "whiplash injury"
pinch

the painful result of getting a body part compressed or squeezed between two objects

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pinch"
cauliflower ear

a deformity of the outer ear caused by repeated trauma, particularly common in contact sports like wrestling and boxing

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cauliflower ear"
ulcer

a lesion or sore on the skin that might bleed or even produce a poisonous substance

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ulcer"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek