pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 3 - Μάθημα 39

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 3
to inundate

to cover a stretch of land with a lot of water

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to inundate"
inundated

(of an area) flooded with water

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inundated"
inundation

a natural phenomenon in which water overflows and covers an area that is usually dry

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inundation"
transverse

placed across another thing in a way that there is a right angle between the two of them

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transverse"
transposition

the act or process of moving something to a different place

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transposition"
to transplant

to remove a plant from its original place and replant it somewhere else

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to transplant"
to transmute

to change something's nature, appearance, or substance into something different and usually better

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to transmute"
to transmit

to convey or communicate something, such as information, ideas, or emotions, from one person to another

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to transmit"
transmission

the act or process of sending out a message

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transmission"
transference

the act of altering the form of something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transference"
transferrer

a person who moves something from one place to another

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "transferrer"
to transfigure

to change the form, appearance, or nature of something

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to transfigure"
successor

a person or thing that is next in line to someone or something else

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "successor"
successive

happening one after another, in an uninterrupted sequence

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "successive"
to revoke

to officially cancel or withdraw something, such as a law, a decision, a license, or a privilege

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to revoke"
revocation

the cancelation of a law, agreement, or decision

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "revocation"
to commiserate

to express sympathy or pity, especially with someone who is experiencing misfortune, hardship, or sorrow

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to commiserate"
bullion

a large amount of gold or silver

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bullion"
bulbous

having a rounded, swollen, or bulb-shaped form

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bulbous"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek