pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 3 - Μάθημα 12

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 3
chimeral

of an imaginary and unrealistic nature

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chimeral"
referee

an official who is in charge of a game, making sure the rules are obeyed by the players

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "referee"
referendum

the process by which all the people of a country have the opportunity to vote on a single political question

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "referendum"
squalid

arousing a sense of disgust in someone

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "squalid"
squalor

the quality of being filthy, mostly as a result of poverty

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "squalor"
pall

a cloth used for covering a dead body for burial

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pall"
to palliate

to soothe the pain of an illness without curing it

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to palliate"
palliative

relieving symptoms without curing the underlying cause

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "palliative"
pallid

abnormally pale, lacking in color, and often associated with illness, shock, or a lack of vitality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pallid"
pallor

the condition of having an unhealthy pale appearance as a result of illness, emotional distress, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pallor"
durance

the state of being confined

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "durance"
duress

convincing an unwilling person by threatening them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "duress"
norm

a standard or expectation that guides behavior within a group or society

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "norm"
normalcy

the state or quality of being standard or expected

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "normalcy"
to enunciate

to talk about a theory, idea, plan, etc. in a clear way

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to enunciate"
to percolate

(of liquid or gas) to slowly move through a surface with small gaps

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to percolate"
enunciation

the clear pronunciation of words

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "enunciation"
chimera

something that is very desirable, yet almost impossible to achieve

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chimera"
percolator

a type of coffee-making pot in which boiled water moves through the ground coffee beans' container to bring out their essence

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "percolator"
chimera

a mythological creature in Greek mythology, typically depicted as a fire-breathing creature with the body and head of a lion, the head of a goat protruding from its back, and a serpent for a tail

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chimera"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek