pattern

Δεξιότητες Λέξεων SAT 3 - Μάθημα 9

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
SAT Word Skills 3
to temper

to make something moderate or agreeable by adding another element

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to temper"
temperate

having a mild and moderate nature

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "temperate"
to rearrange

to change the position, order, or layout of something, often with the goal of improving its organization, efficiency, or appearance

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to rearrange"
to rebuild

to build something once again, after it has been destroyed or severely damaged

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to rebuild"
to recapture

to feel or experience something again

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to recapture"
to recoup

to repay someone, typically for losses or expenses they have suffered

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to recoup"
miniature

much smaller in scale or size compared to the usual form

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "miniature"
to minimize

to reduce something to the lowest possible degree or amount, particularly something unpleasant

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to minimize"
minion

a person who obeys unconditionally in order to get validation

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minion"
minority

a small group of people who differ in race, religion, etc. and are often mistreated by the society

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minority"
minuscule

incredibly small in size

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minuscule"
minutiae

small details that are easily overlooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "minutiae"
ecstasy

an overwhelming feeling of intense delight or extreme happiness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ecstasy"
ecstatic

extremely excited and happy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ecstatic"
to liberate

to free someone or something from oppression or captivity

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to liberate"
libertarian

a person who believes individuals should not be limited by the government regarding their thoughts and actions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "libertarian"
apostate

a person who abandons their political or religious belief often seen as a betrayal

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apostate"
apostle

a person who is sent for advocating Christianity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apostle"
apostasy

the act of abandoning a religious or political belief that one used to hold

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apostasy"
apostleship

the position and responsibility of the one who is sent for advocating Christianity

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apostleship"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek