pattern

Φαγητό, Ποτό και Σερβίρισμα Φαγητού - Γεύσεις και γεύσεις

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με γεύσεις και γεύσεις όπως «ξινάδα», «ουμάμι» και «καρυδάκι».

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Eating, Drinking, and Serving
sweetness

the sensory experience of a pleasing or sugary flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sweetness"
sourness

the sharp or tangy flavor often associated with acidic or tart substances

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sourness"
saltiness

the characteristic taste sensation associated with the presence of salt in food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "saltiness"
bitterness

the sharp and unpleasant taste often found in coffee, dark chocolate, or certain vegetables

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bitterness"
umami

‌a taste that is not sour, bitter, salty, or sweet, found in some foods such as meat, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "umami"
pungency

the strong, sharp taste or sensation often associated with spicy or intensely flavored foods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pungency"
spiciness

the quality of having a strong or fiery taste due to the presence of spices or chili peppers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spiciness"
hotness

the level of spiciness or heat in food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hotness"
coolness

a refreshing, mild, or soothing sensation in the mouth, often associated with mint, menthol, or cucumber

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coolness"
astringency

the dry, puckering, or rough sensation experienced in the mouth, often caused by substances like tannins in tea or unripe fruits

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "astringency"
metallicness

a taste, aroma, or sensation resembling that of metal such as certain medicines or amalgam dental fillings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "metallicness"
acidic

(of flavour) tangy and sour, often due to the presence of acid

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "acidic"
astringent

having a sharp, bitter, or sour taste

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "astringent"
bitter

having a strong taste that is unpleasant and not sweet

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bitter"
bittersweet

having a taste that is a blend of both bitter and sweet flavors

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bittersweet"
brackish

describing water that is slightly salty, typically where freshwater mixes with seawater

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "brackish"
hot

(of food) having a spicy or peppery flavor that causes a burning sensation in the mouth

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hot"
mild

having a flavor that is not sharp or overpowering

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mild"
robust

featuring a rich taste

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "robust"
savory

(of food) salty or spicy rather than sweet

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "savory"
seasoned

(of food) flavored with spices, herbs, or other ingredients to improve its taste and smell

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seasoned"
sharp

describing a flavor that is intense and tangy, often with a biting or pungent quality

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sharp"
sour

having a sharp acidic taste like lemon

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sour"
spicy

having a strong taste that gives your mouth a pleasant burning feeling

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spicy"
sweet-and-sour

(of food) cooked in a way that tastes both sweet and sour

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sweet-and-sour"
sweetish

characterized by a taste that is somewhat sweet but not overwhelmingly so

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sweetish"
syrupy

having an overly sweet flavor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "syrupy"
tart

having a sharp taste that stings the tongue

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tart"
unsalted

(of food) not containing added salt

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "unsalted"
watery

having too much water and little taste

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "watery"
tang

a sharp and distinctive taste, typically associated with acidity or a lively and refreshing quality

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tang"
savor

the distinctive and enjoyable taste or aroma of food or drink

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "savor"
bite

the intense taste experience of food, particularly characterized by a sharp or strong flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bite"
aftertaste

the lingering flavor that remains in the mouth after eating or drinking something

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "aftertaste"
savoriness

the state of having a delicious taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "savoriness"
oleogustus

a unique taste sensation that is attributed to the perception of fats or lipids in food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oleogustus"
supertaster

an individual who has a heightened sense of taste and is more sensitive to the flavors and sensations in food and beverages

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "supertaster"
acquired taste

something that one dislikes first but starts to like it with the passage of time

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "acquired taste"
briny

having the taste of salt

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "briny"
earthy

having characteristics of soil or the earth, often associated with flavors such as mushrooms, root vegetables, or certain types of wine

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "earthy"
fruity

having a sweet, fresh, or juicy taste or smell associated with various types of fruits

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fruity"
full-bodied

(of drinks) having a rich and intense flavor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "full-bodied"
nutty

having a rich, earthy, and slightly sweet taste similar to almonds, walnuts, or hazelnuts

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nutty"
rich

containing a high amount of fat, sugar, or other indulgent ingredients

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rich"
smoky

having a taste like smoke

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "smoky"
tangy

having a sharp, refreshing taste with a slight sourness or acidity

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tangy"
yeasty

having a taste or aroma resembling yeast, often found in bread, beer, or other fermented foods

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "yeasty"
zesty

(of food) having a sharp, strong, and refreshing taste

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "zesty"
woody

describing a flavor or aroma that is reminiscent of wood, often earthy, rich, and sometimes slightly sweet or spicy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "woody"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek