pattern

Φαγητό, Ποτό και Σερβίρισμα Φαγητού - Συνοχή και Υφή

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις που σχετίζονται με τη συνέπεια και την υφή, όπως "τραγανό", "λείο" και "mushy".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Eating, Drinking, and Serving
dry

lacking moisture or liquid

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dry"
crispy

(of food) having a firm, dry texture that makes a sharp, crunching sound when broken or bitten

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crispy"
greasy

(of food) containing or cooked in a lot of oil

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "greasy"
velvety

showing a smooth, soft, and luxurious quality similar to the feel of velvet fabric

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "velvety"
sugary

having a sweet taste, often resembling or containing sugar

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sugary"
honeyed

having the sweet and rich taste or qualities of honey

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "honeyed"
burned

damaged or altered by exposure to excessive heat or fire, resulting in a charred or blackened appearance and often an undesirable flavor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "burned"
blackened

heavily seasoned with spices and then cooked at high heat until the spices form a dark, crusty coating on the surface of the food

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "blackened"
tough

(of food, particularly meat) hard to chew or cut

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tough"
hearty

providing essential nutrients

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hearty"
mushy

having a soft and pulpy texture, often lacking firmness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mushy"
tender

(of food) easy to chew or cut

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tender"
airy

weighing very little

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "airy"
buttery

having a rich, creamy, and smooth flavor similar to butter

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "buttery"
chewy

(of food) requiring to be chewed a lot in order to be swallowed easily

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chewy"
creamy

having a smooth and soft texture

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "creamy"
crumbly

easily breaking into small pieces when pressed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crumbly"
crunchy

firm and making a crisp sound when pressed, stepped on, or chewed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crunchy"
crusty

(of food) having a hard or crisp covering or outer layer

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "crusty"
delicate

easily harmed or destroyed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "delicate"
doughy

having a soft and pliable quality reminiscent of raw or partially cooked dough, often characterized by a tender feel

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "doughy"
fizzy

(of drinks) carbonated and having bubbles of gas

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fizzy"
flaky

having a texture that easily breaks into small, thin layers or pieces

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flaky"
fluffy

light and soft in texture, giving a feeling of coziness or warmth

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fluffy"
gooey

having a soft and sticky consistency

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gooey"
juicy

(of food) having a lot of liquid and tasting fresh or flavorful

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "juicy"
silky

having a fine and smooth surface that is pleasant to the touch

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "silky"
sticky

having a thick consistency that clings to surfaces when in contact

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sticky"
smooth

having a surface that is even and free from roughness or irregularities

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "smooth"
succulent

juicy and full of flavor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "succulent"
calorific

(of food) high in calories

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "calorific"
digestible

easy to chew, swallow, and process in the digestive system

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "digestible"
fat-free

(of food or similar products) containing little or no fat

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fat-free"
fattening

(of food) likely to cause one to gain weight

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fattening"
filling

(of food) making one's stomach feel full

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "filling"
floury

resembling or containing flour, often being dry, powdery, or soft

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "floury"
indigestible

(of substances) challenging for the body to break down and digest

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "indigestible"
mentholated

containing menthol, imparting a cooling and refreshing quality, often associated with medicinal or soothing properties

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mentholated"
milky

containing a lot of milk or made primarily from milk

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "milky"
soupy

(of food) having a liquid or watery consistency

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "soupy"
stringy

(of food) having tough strands that are hard to chew

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stringy"
stodgy

(of food) high in carbohydrates and heavy, making one feel very full

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stodgy"
chalky

having a texture that is dry, powdery, crumbly, and similar to chalk

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chalky"
low-calorie

(of food or drink) containing a small amount of calories

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "low-calorie"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek