pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C1 - Συναισθήματα

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τα συναισθήματα, όπως «content», «agitated», «desolate» κ.λπ. προετοιμασμένες για μαθητές του Γ1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C1 Vocabulary
absorbed

paying much attention to something or someone that makes one unaware of other things

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "absorbed"
inquisitive

having a desire to learn many different things and asks many questions to gain knowledge or understanding

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "inquisitive"
apprehensive

nervous or worried that something unpleasant may happen

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "apprehensive"
astounded

greatly shocked or surprised

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "astounded"
agitated

very nervous in a way that makes one unable to think clearly

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "agitated"
frantic

greatly frightened and worried about something, in a way that is uncontrollable

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frantic"
broken

physically or mentally weakened as a result of much suffering

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "broken"
disturbing

causing feelings of unease, discomfort, or concern

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disturbing"
disgusted

having or displaying great dislike for something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disgusted"
lovable

possessing traits that attract people's affection

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lovable"
desolate

feeling very lonely and sad

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "desolate"
contemptuous

devoid of respect for someone or something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contemptuous"
content

satisfied and happy with one's current situation or circumstances

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "content"
devoted

expressing much attention and love toward someone or something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "devoted"
ecstatic

extremely excited and happy

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ecstatic"
thrilled

very excited, happy, or pleased about something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thrilled"
gloomy

characterized by a sense of sadness or despondency, often reflecting a low or depressed mood

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gloomy"
joyful

having, showing, or causing great happiness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "joyful"
fond

feeling or showing emotional attachment or nostalgia toward a person or thing

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fond"
appalled

very scared and shocked by something unpleasant or bad

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "appalled"
horrified

very scared or shocked

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "horrified"
disillusioned

feeling disappointed because someone or something is not as worthy or good as one believed

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disillusioned"
distressed

feeling extreme anxiety, sorrow, or discomfort

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "distressed"
disturbed

feeling very upset or nervous

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disturbed"
uneasy

feeling nervous or worried, especially about something unpleasant that might happen soon

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "uneasy"
fierce

having or displaying aggressiveness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fierce"
frozen

displaying a cold or unwelcoming demeanor

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frozen"
frustrated

feeling irritated and upset because of being unable to achieve something or change an unwanted situation

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frustrated"
intrigued

wanting to know more about something because it seems very interesting

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "intrigued"
protective

displaying or having a desire to protect someone or something

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "protective"
provocative

causing strong reactions or discussions by presenting controversial or thought-provoking ideas

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "provocative"
self-conscious

embarrassed or worried about one's appearance or actions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "self-conscious"
sentimental

easily affected by emotions

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sentimental"
speechless

unable to speak for a short time, particularly as a result of surprise, shock, or anger

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "speechless"
compassion

great sympathy for a person or animal that is suffering

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "compassion"
heartbreak

a feeling of great distress or sadness

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "heartbreak"
to come to terms with something

to gradually learn to accept or deal with something unpleasant

[φράση]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to [come] to terms with {sth}"
goddamn

used for showing annoyance or anger with a person or thing, in a way that is not very polite

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "goddamn"
bloody

used for expressing annoyance or anger in a way that may seem a bit offensive

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bloody"
bananas

experiencing an state of extreme anger, excitement, or craziness

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bananas"
disenchanted

not believing in the worth or value of a person or thing any longer

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "disenchanted"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek