pattern

Λίστα Λέξεων Επιπέδου C1 - Ειδήσεις και Δίκτυο

Εδώ θα μάθετε μερικές αγγλικές λέξεις για τις ειδήσεις και το δίκτυο, όπως "anchor", "antenna", "censor" κ.λπ. που προετοιμάζονται για τους μαθητές του C1.

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
CEFR C1 Vocabulary
anchor

someone who introduces news on a live TV or radio program by other broadcasters

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anchor"
weathergirl

a woman on TV or radio who tells people about the weather and describes it

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "weathergirl"
contributor

someone who writes a piece to be published in a newspaper or magazine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "contributor"
correspondent

someone employed by a TV or radio station or a newspaper to report news from a particular country or on a particular matter

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "correspondent"
couch potato

someone who sits around and watches TV a lot

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "couch potato"
paparazzi

freelance photographers who aggressively pursue and take pictures of celebrities, often in invasive or intrusive ways

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "paparazzi"
subscriber

someone who pays, at given intervals, to receive a publication or service

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "subscriber"
antenna

a device that is used to send and receive signals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "antenna"
frequency

the specific number of waves that pass a point every second

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frequency"
wavelength

the distance between a point on a wave of energy and a similar point on the next wave

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wavelength"
to censor

to remove parts of something such as a book, movie, etc. and prevent the public from accessing them for political, moral, or religious purposes

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to censor"
to receive

to pick up broadcast signals

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to receive"
to televise

to broadcast or show something on TV

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to televise"
to tune in

to watch a TV program or listen to a radio show

[ρήμα]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "to tune in"
bulletin

a brief news program that is broadcast on the radio or television

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bulletin"
commentary

a spoken description of an event while it is taking place, particularly on TV or radio

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "commentary"
lead story

an item of news that is given the most prominence in a news broadcast, magazine, or newspaper

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lead story"
newsroom

a place in radio or television stations or a newspaper office where news is reviewed and put together to be broadcast or published

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "newsroom"
prime time

the time at which the largest number of people are watching TV or listening to the radio

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "prime time"
circulation

the number of copies of a newspaper or magazine sold at regular intervals

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "circulation"
clipping

a story or article cut from a newspaper or magazine to be kept

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clipping"
newsgathering

the act of collecting news item for broadcast or publication

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "newsgathering"
newssheet

a small and simple form of newspaper with only few pages

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "newssheet"
issue

one of a series of publications produced regularly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "issue"
photojournalism

the act or profession of reporting news articles in newspapers or magazines mainly through photographs

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "photojournalism"
photo op

an occasion arranged by a politician or other famous people to be photographed while doing something that they think will popularize them

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "photo op"
periodical

a publication, especially about a technical subject, that is produced regularly

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "periodical"
quarterly

a publication produced four times a year

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quarterly"
tabloid

a newspaper with smaller pages and many pictures, covering stories about famous people and not much serious news

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tabloid"
readership

the number of people who read a particular magazine, newspaper, or book on a regular basis

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "readership"
citizen journalism

the coverage of news by ordinary people, which is then shared on the Internet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "citizen journalism"
anonymous

(of a person) not known by name

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "anonymous"
high-profile

drawing a lot of public attention or interest

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "high-profile"
nationwide

existing or occurring across a country

[επίθετο]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "nationwide"
frequency modulation

one of the main methods of radio broadcasting with a high sound quality

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "frequency modulation"
ballot

a piece of paper on which a vote is written

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "ballot"
teletext

a service delivering written news and information through television, currently replaced by other information services provided on a television network

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "teletext"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek