pattern

Συστατικά Τροφίμων - Βότανα

Εδώ θα μάθετε τα ονόματα διαφορετικών βοτάνων στα αγγλικά όπως "mint", "oregano", και "parsley".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Food Ingredients
alexanders

a type of herbaceous plant with greenish-yellow flowers and edible leaves and stems, commonly found in coastal regions

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alexanders"
alkanet

a herb with blue-purple flowers, known for its medicinal and soothing properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "alkanet"
angelica

a herbaceous plant known for its aromatic and medicinal properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "angelica"
artemisia

a genus of aromatic plants commonly known as mugworts or wormwoods

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "artemisia"
basil

a plant of the mint family with aromatic leaves that are eaten raw or cooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "basil"
bay leaf

the scented dried leaves of the bay tree, used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bay leaf"
borage

a Mediterranean herb that is obtained from a plant with purple flowers and hairy leaves that are used in salads

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "borage"
chervil

the fresh green leaves of a plant of the parsley family that is used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chervil"
chicory

a blue-flowered herb of the daisy family, the root of which can be used with coffee and the leaves of which eaten in a salad

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chicory"
chives

the slender leaves of a plant closely related to the onion, with purple flowers, that is used as a culinary herb

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chives"
cilantro

a leafy herb that has a strong and slightly sour taste

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cilantro"
clary sage

an herb known for its soothing aroma and potential therapeutic properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clary sage"
clove

the dried brown flower bud of a tropical tree that is used as a spice

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "clove"
coriander

a scented herb of the parsley family, the leaves and seeds of which are used in cooking to add flavor to the food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "coriander"
costmary

an aromatic herb known for its minty fragrance and medicinal properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "costmary"
dill

a scented annual herb of the parsley family used as a culinary or medicinal herb

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dill"
fennel

a plant with feathery leaves and a round thick stem, used as a vegetable or for adding flavor to food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fennel"
garlic

a type of vegetable having a strong smell and spicy flavor that is used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "garlic"
hyssop

a herbaceous plant with aromatic leaves and small purple flowers, often used for culinary and medicinal purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "hyssop"
lavender

a type of plant with purple flowers and a fine smell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lavender"
lemon balm

a herb known for its lemony fragrance and soothing properties

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lemon balm"
licorice

a sweet black strong-tasting substance produced from the root of a plant, which is used to make sweets or in medicine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "licorice"
lovage

a Southern European herb of the parsley family with edible leaves and stem

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "lovage"
marjoram

a scented herb of the mint family, native to Southern Europe and used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "marjoram"
mastic

a resin obtained from the tree of the same name, used for various culinary and medicinal purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mastic"
mint

an aromatic plant that grows in temperate regions, the leaves of which are used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mint"
mustard

a pungent herb commonly used for its distinctive flavor and aroma

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mustard"
oregano

a scented wild plant of the marjoram family, the leaves of which are used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "oregano"
parsley

an aromatic plant with curly green leaves, used for garnishing food or in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "parsley"
pennyroyal

a plant with small, aromatic leaves and tiny, purplish flowers used for various purposes, including culinary, medicinal, and insect repellent

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "pennyroyal"
peppermint

a fragrant herb with a refreshing taste commonly used in culinary and medicinal applications

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "peppermint"
perilla

a herbaceous plant with aromatic leaves commonly used in Asian cuisine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "perilla"
purslane

a succulent herb with fleshy leaves, commonly used in salads and culinary dishes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "purslane"
quassia

a bitter-tasting herb derived from the bark of the Quassia tree and is often used as a natural remedy for digestive issues

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "quassia"
rosemary

an evergreen fragrant bush of the mint family with narrow leaves that are used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rosemary"
rue

a perennial herb with bitter-tasting leaves used for culinary and medicinal purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "rue"
sage

the scented greenish-gray leaves of a plant of the mint family, used as a culinary herb

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sage"
salad burnet

a herb with a cucumber-like flavor often used in salads and dressings

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salad burnet"
sassafras

a deciduous tree known for its aromatic bark and leaves, commonly used in traditional medicine and flavoring

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sassafras"
savory

a herb known for its aromatic and peppery flavor, often used in culinary dishes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "savory"
sorrel

a European plant that is from the dock family, the leaves of which add a sour taste to the food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sorrel"
spearmint

the common garden mint that is used in making candy and toothpaste, from which an aromatic oil is extracted

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spearmint"
spikenard

an aromatic herb with fragrant roots commonly used in perfumes and traditional medicine

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spikenard"
tarragon

an aromatic plant of the daisy family, the narrow leaves of which are used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "tarragon"
thyme

a plant having small aromatic leaves used for flavoring food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "thyme"
wintergreen

a herb or shrub with aromatic leaves that have a distinct minty flavor

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "wintergreen"
woodruff

an herbaceous plant known for its sweet, hay-like fragrance and delicate white flowers

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "woodruff"
safflower

a plant with bright orange or yellow flowers that produces seeds rich in oil

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "safflower"
chamomile

a herb with small white flowers and a pleasant, soothing aroma

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "chamomile"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek